Υστερα από τη χαμένη πενταετία του ΣΥΡΙΖΑ, όπου παίχθηκε ακόμα και η παραμονή της χώρας στο ευρώ, η οικονομία, με εξαίρεση την περίοδο της πανδημίας, καταγράφει σημαντική ανάπτυξη, με ρυθμό υψηλότερο του μέσου όρου της Ε.Ε. Αυτό είναι και το ζητούμενο, να αυξηθούν τα εισοδήματα των πολιτών και η Ελλάδα να συγκλίνει με την υπόλοιπη Ευρώπη, ύστερα από την επώδυνη περίοδο των Μνημονίων.
Η ανάπτυξη τροφοδοτείται μέσω της μείωσης των φόρων και όχι της υπεροφορολόγησης που είχε επιβάλει ο ΣΥΡΙΖΑ. Ταυτόχρονα, οι δημοσιονομικοί στόχοι, όπως το πρωτογενές πλεόνασμα, επιτυγχάνονται μέσω της μεγέθυνσης της οικονομίας, που προσδίδει έσοδα μειώνοντας και το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ. Υπολογίζεται ότι το 2024 το δημόσιο χρέος θα αποκλιμακωθεί περαιτέρω, προσεγγίζοντας το 150% του ΑΕΠ και βελτιώνοντας σημαντικά την εικόνα της χώρας στις διεθνείς αγορές.
Η κυβέρνηση δείχνει πρόθεση να συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις, για την πάταξη της φοροδιαφυγής, ώστε να επέλθει κοινωνική δικαιοσύνη, και την αναδιοργάνωση του κράτους. Στον αντίποδα, η αξιωματική αντιπολίτευση, βυθισμένη στην εσωστρέφεια και την κρίση, δεν έχει διατυπώσει καμία ουσιαστική πρόταση.
Ο πρωθυπουργός έχει θέσει ως στόχο την αύξηση των εισοδημάτων στο τέλος της τετραετίας κατά 25%, ώστε οι μέσες αποδοχές να φθάσουν τα 1.500 ευρώ. Αυτό είναι εφικτό εάν βελτιωθεί η παραγωγή σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα και συνεχιστεί η φιλοεπενδυτική πολιτική, για τη δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας. Το προσχέδιο του Προϋπολογισμού, παρά τις διεθνείς αντιξοότητες, δείχνει ότι έχουν τεθεί σταθερές βάσεις για να επιτυχθεί η πολυπόθητη σύγκλιση.