Η γυναίκα πέθανε ακαριαία, ενώ ο 60χρονος οδηγός του άλλου αυτοκινήτου που ενεπλάκη στο τροχαίο δυστύχημα στην επαρχιακή οδό Λαγκάδα – Κολχικού στη Θεσσαλονίκη χθες το βράδυ (21/3), νοσηλεύεται με σοβαρά τραύματα φρουρόμενος, καθώς όπως διαπιστώθηκε δεν είχε δίπλωμα οδήγησης.
Ο 60χρονος τη μοιραία νύχτα οδηγούσε χωρίς άδεια, η οποία του είχε αφαιρεθεί σε προγενέστερο χρόνο λόγω οδήγησης υπό την επήρεια μέθης.
Ο σύζυγος της 50χρονης είναι συντετριμμένος και προσπαθεί να διαχειριστεί την απώλεια της συζύγου του. Τον πήραν τηλέφωνο από το Κέντρο Απασχόλησης του παιδιού, έτσι ξεκίνησε ο ίδιος να πάει να τον πάρει. Μάλιστα όταν έφτασε στο σημείο, αντίκρισε τους διασώστες να βάζουν τη γυναίκα του σε σακούλα.
«Πήγα να πάρω το παιδί που άργησε να φέρει η γυναίκα μου, ευτυχώς δεν το είχε μαζί της, και κατάλαβα τι έγινε εκεί στο σημείο. Είδα έναν σορό από σίδερα. Δεν ξέρω και δεν γνωρίσω αν είχε δίπλωμα, δεν ξέρω σε τι κατάσταση ήταν, αυτό που ξέρω είναι ότι σκότωσε την γυναίκα μου και άφησε ορφανά τα παιδιά μου. Ποιος περίμενε το χειρότερο και με αυτόν τον τρόπο. Επικίνδυνοι είναι οι οδηγοί, οι δρόμοι είναι για να μας εξυπηρετούν. Τα παιδιά έχουν μεγάλη διαφορά ηλικίας, 25 με 9 ετών, ο μικρός δύσκολα θα καταλάβει».
Τι είπε θεία της 50χρονης
Θεία της 50χρονης μίλησε στο ίδιο ΑΝΤ1: «Η γυναίκα είχε πάει στον Λαγκαδά το παιδί της και το άφησε στο Κέντρο Απασχόλησης για λογοθεραπεία και επέστρεφε στο Κολχικό, όπου έμενε. Λένε ότι ήταν μεθυσμένος και οδηγούσε χωρίς δίπλωμα και έπεσε πάνω της. Την χτύπησε από την πλευρά του οδηγού και τούμπαρε το αυτοκίνητό της. Το κορίτσι έμεινε επί τόπου».
Περίοικος μίλησε στον τηλεοπτικό σταθμό ΑΝΤ1 για το τροχαίο δυστύχημα στον Λαγκαδά: «Άκουσα ένα μπαμ, ο κύριος (60χρονος) εξετράπη της πορεία του και έπεσε πάνω στην κυρία (50χρονη) και την σκότωσε ακαριαία. Ήταν τουμπαρισμένο το αυτοκίνητο. Τρόμαξα να πάω αλλά είπα “Σοφία πρέπει να πας” και είδα αυτό που είδα. Προσπάθησα να βρω ένα χέρι, ένα πόδι, αλλά δυστυχώς δεν υπήρχε σφυγμός».
Στην συνέχεια η περίοικος τόνισε ότι «τηλεφώνησαν στον πατέρα και είπαν ότι η μητέρα δεν είχε πάρει το παιδάκι (από το Κέντρο Απασχόλησης) και ο άνθρωπος ήρθε εδώ και είδε ότι είδε. Αντίκρυσε μια σακούλα με τη σορό της γυναίκας του».
«Ως πρώτος μου ρόλος ως νοσηλεύτρια ήταν να τρέξω να πάω να δω πως είναι ο άνθρωπος (60χρονος), να τον ρωτήσω αν είναι καλά, αλλά από τις πρώτες του λέξεις κατάλαβα ότι είναι μεθυσμένος. Μόλις του μίλησα η εικόνα μιλούσε από μόνη της. Τον ρώτησα “είστε καλά;” και εκείνος μου είπε “τι έγινε, η μαμά μου, ο μπαμπάς μου”, μου έλεγε ασυναρτησίες. Του είπα “είδατε τι κάνατε;”, του φώναξα πάνω στην ταραχή μου».