Για την υπόθεση κατηγορούμενοι ήταν μια 60χρονη γυναίκα η οποία συμμετείχε στον ξυλοδαρμό δίνοντας οδηγίες και φέρεται να είναι η υπεύθυνη του πρατηρίου και δύο αδέλφια οι οποίοι κατάφερναν τα χτυπήματα στο κεφάλι και το σώμα του θύματος και τον κρατούσαν παράνομα εντός του χώρου για πέντε ολόκληρες ώρες.
Η γυναίκα κρίθηκε ενοχή για παράνομη κατακράτηση από κοινού και της επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης ενός έτους, με αναστολή, ενώ στους υπόλοιπους δύο κατηγορούμενους που καταδικάστηκαν για την ανωτέρω πράξη και της απλής σωματικής βλάβης από πρόθεση από κοινού το δικαστήριο επέβαλε ποινή φυλάκισης ενός έτους και έξι μηνών, με αναστολή.
Το περιστατικό σημειώθηκε τον Αύγουστο του 2019 σε πρατήριο υγρών καυσίμων που βρίσκεται λίγο έξω από τη Θεσσαλονίκη. Σύμφωνα με την κατάθεση του θύματος, όλα ξεκίνησαν λίγη ώρα αφότου είχε αναλάβει βάρδια όταν οι δύο άντρες του είπαν να δώσει πίσω μια τσάντα με χρήματα και χρυσαφικά τα οποία υποτίθεται ότι είχε κλέψει λίγη ώρα νωρίτερα, με το θύμα μάταια να προσπαθεί να τους εξηγήσει ότι δεν έχει καμία εμπλοκή στην υποτιθέμενη κλοπή.
«Στην αρχή μου είπαν «πες τον φίλο σου να φέρει πίσω την τσάντα» και εγώ τους έλεγα ότι δε ξέρω για ποιον λένε. Μετά με ρώτησαν που είναι το κινητό μου τηλέφωνο και τους είπα ότι το έχω στο τραπεζάκι που κάθομαι όταν κάνω διάλειμμα. Μου το πήραν και μου είπαν ότι θα μου το επέστρεφαν μόλις τους παρέδιδα την τσάντα. Πραγματικά δεν ήξερα τι να κάνω», είπε ο 37χρονος.
«Οι δύο άντρες, οι οποίοι είναι αδέλφια, έλεγαν ότι η τσάντα είχε μέσα 25.000 ευρώ τα οποία μπορούσα να κρατήσω αρκεί να τους επιστρέψω τα κοσμήματα. Εγώ δεν είχα καμία ιδέα. Προσπάθησα να φύγω, έτρεξα και μου βγήκαν τα παπούτσια. Έλεγα στην υπεύθυνη τι πράγματα είναι αυτά που κάνουν και λένε για εμένα. Φώναζα για βοήθεια, προσπάθησα να φύγω και με κυνηγούσαν μέσα στο μαγαζί. Είχανε κλειδώσει την πόρτα. Ο ένας εκ των κατηγορουμένων με έριξε κάτω και με χτυπούσαν και οι δύο με μπουνιές και κλωτσιές σε όλο το σώμα. Η κατηγορούμενη τους έλεγε να με χτυπήσουν πιο δυνατά στα γεννητικά όργανα», περιέγραψε, προσθέτοντας ότι εργαζόταν τους τελευταίους δύο μήνες στο βενζινάδικο.
«Φώναζα ότι δεν έχω κάνει τίποτα όμως συνέχιζε να με χτυπάει με γροθιές στο πρόσωπο. Είχα γεμίσει με αίματα το μαγαζί», ανέφερε, προσθέτοντας ότι για πέντε ολόκληρες ώρες τον κρατούσαν παράνομα σε διπλανό χώρο από το βενζινάδικο που χρησιμοποιείται ως αποθήκη και τον άφησαν μόνο επειδή κουράστηκαν να τον χτυπάνε, λέγοντας του το πρωί να έχει επιστρέψει την τσάντα που υποτίθεται ότι έκλεψε.
«Από τον ξυλοδαρμό μου το κεφάλι μου είχε γίνει “τούμπανο” και χρειάστηκε να πάω στο νοσοκομείο. Ποτέ δεν κατέθεσαν μήνυση εναντίον μου για την υποτιθέμενη κλοπή. Την επόμενη ημέρα, μόλις τους κατήγγειλαν στην αστυνομία, με έπαιρναν τηλέφωνο με απόκρυψη. Πραγματικά πήγα για ένα μεροκάματο και βρέθηκα αντιμέτωπος με αυτό. Κάνω χρόνια αυτή τη δουλειά και δεν έχει υπάρξει κανένα άλλο περιστατικό ούτε έχω κατηγορηθεί ποτέ για κλοπές», υπογράμμισε το θύμα.
Σημειώνεται ότι οι κατηγορούμενοι δεν παρέστησαν στο δικαστήριο και δεν εκπροσωπήθηκαν από δικηγόρο με αποτέλεσμα να δικαστούν ερήμην. Την ενοχή τους για τις πράξεις που κατηγορούνται πρότεινε και η εισαγγελέας της έδρας.
Ειδήσεις σήμερα
Φωτιά στη Χίο: Στο σημείο βρίσκονται εναέρια μέσα
Μητσοτάκης: Εγκαινίασε το νέο Επιχειρησιακό Κέντρο Πολιτικής Προστασίας στη Λάρισα