Ο κύριος Γιώργος Καγκάης, που έκανε τους πάντες να παραμιλούν για τη δεξιοτεχνία του, πέφτει από το τραμπολίνο εδώ και 77χρόνια χειμώνα- καλοκαίρι, αν κι εμείς τώρα εντυπωσιαστήκαμε και κυρίως, τώρα τον εντοπίσαμε.
Μαυρισμένος, μάγκας, χωρίς πολλά λόγια, φεύγει το πρωί με τα πόδια από το σπίτι του στην οδό Παύλου Μελά, κολυμπά με απλωτές μέχρι τον τσιμεντένιο βατήρα, πέφτει και ξαναπέφτει από τα διαζώματα επί 20λεπτο και γυρνά με τα πόδια ντάλα μεσημέρι.
Είχε μάθει ότι η βουτιά του έγινε viral και τους περίμενε τους δημοσιογράφους, με βεβαιώνουν στη γειτονιά. Με τη χαρά ότι είμαι η πρώτη που τον βρήκε φωτογραφίζομαι μαζί του, και μαθαίνω τα μυστικά για μακροζωία και άριστη φυσική κατάσταση μέχρι τα βαθιά γεράματα.
«Με πήγανε μια μέρα στο νοσοκομείο και ήτανε δύο μπροστά κι ένας από πίσω, μου λέει μόλις με βλέπει. Ξύπνησα στον διάδρομο και λέει ο ψηλός από πίσω μου… «χάσαμε τον πελάτη…». Ρωτάω τους δύο μπροστινούς «ποιος ήταν αυτός;», λέει «ήταν ο νεκροθάφτης…»!
Να πιούμε το παγωμένο νεράκι μας… Στην υγειά σας κύριε Γιώργο. Πάντα δυνατός και γερός!
Αυτό είναι το κυριότερο.
Από πού είσαστε;
Από το Νιοχώρι. Του Σταμάτη του Καγκάη αδελφός, του Μιχάλη του Καγκάη.., πεθάναν και οι δύο. Από την οικογένεια πέντε αδέλφια μου πεθάνανε και τρεις ζούμε. Εγώ είμαι ο δεύτερος στη σειρά. Ήμασταν οκτώ.
Είστε παιδί της κατοχής!
Μια φορά πέταξαν οι Άγγλοι μια τορπίλη στο «Έλλη» και δεν εξεράγη. Παιδάκια εμείς πηγαίναμε και καθόμασταν πάνω. Μετά ήρθαν οι Γερμανοί και την πήρανε.
Ξενοδοχοϋπάλληλος, στη συνέχεια!
Στο ξενοδοχείο «των Ρόδων», ξεκίνησα 11 χρονών παιδάκι το 1941, γκρουμάκι. Τότε δίνανε πουρμπουάρ μόνο οι Έλληνες πελάτες. Οι Άγγλοι δίνανε σοκολάτα, οι Γερμανοί δεν δίνανε τίποτα.
Πόσων ετών είστε, κύριε Γιώργο;
Είμαι 92.
Να πάτε στα 102, στα 112, σε όσα θέλετε εσείς!
Χίλια, θέλω.
Μπράβο σας! Πάντα πηγαίνατε στη θάλασσα;
Από επτά χρονών όταν μ’ έριξε κάποιος μέσα για να μάθω κολύμπι, στην Ψαροπούλα. Μετά ξεκίνησα να πέφτω από το τραμπολίνο.
Από πόσων χρονών πέφτετε;
Από δεκαπέντε…
Εβδομήντα επτά χρόνια πέφτετε από το τραμπολίνο! Και πώς εμείς σας πήραμε τώρα χαμπάρι;
Οι τουρίστες με πήραν χαμπάρι, όχι εσείς. Οι τουρίστες με τράβηξαν βίντεο.
Τι ώρα πάτε και πέφτετε;
Στις 09:15 κάθε πρωί. Χειμώνα- καλοκαίρι, εκτός αν βρέχει. Να στείλεις κάποιον 09:15. Κάνω εννιά βουτιές. Τρεις απ’ τον πρώτο βατήρα τον πιο χαμηλό, τρείς από τον δεύτερο, δύο από τον τρίτο και μία ξανά από τον πρώτο και βγαίνω έξω. Αυτή είναι η γυμναστική μου, κάθε μέρα.
Γι’ αυτό διατηρείστε τόσο καλά, κύριε Γιώργο!
Και αναισθησία.
Τι εννοείτε;
Αυτό έλεγε η μάνα μου. Αναισθησία! Να μη σκέφτεσαι πολλά πράγματα.
Είχε δίκιο η μάνα σας. Εσείς δική σας οικογένεια κάνατε;
Τη γυναίκα μου, που παντρεύτηκα. Πέθανε πριν τρία χρόνια.
Παιδιά;
Όχι. Παιδιά ίσον προβλήματα. Ιδίως τη σήμερον ημέρα.
Δηλαδή ξυπνάτε το πρωί και πάτε στη θάλασσα. Πώς πάτε στη θάλασσα;
Με τα πόδια.
Παρά τη ζέστη; Περπατάτε δύο χιλιόμετρα μέσα στη ζέστη και δύο για να γυρίσετε;
Μετά τις βουτιές κάθομαι και τρώω στο εστιατόριο του Θανάση και ύστερα επιστρέφω. Είναι ανηφόρα βέβαια, πολύς ιδρώτας, αλλά έρχομαι στο σπίτι κάνω το μπάνιο μου και ξαπλώνω. Το απόγευμα βλέπω τον «Τροχό της Τύχης».
Θα πιείτε το κρασάκι σας, την μπυρίτσα σας;
Παλιά έπινα ουίσκι. Τώρα, θα σηκωθώ κατά τη μία ή δύο η ώρα τη νύχτα, θα καταπιώ τέσσερα αυγά ή έξι, τώρα καταπίνω τέσσερα, τα ρίχνω σ’ ένα ποτήρι και τον κρόκο και το ασπράδι και σφίγγω λεμόνι και τα καταπίνω. Από εκεί ξεκινά η μέρα, από τα μεσάνυχτα. Μετά παίρνω μισό γάλα συμπυκνωμένο και μισό ποτήρι ζεστό νερό, τα ανακατεύω και βουτάω μία φέτα ψωμί. Βλέπω κάτι αστυνομικά που έχει η τηλεόραση και ξανακοιμάμαι. Ξυπνάω το πρωί, βλέπω τα ενημερωτικά προγράμματα και πάλι πιάνω μία φέτα ψωμί με κόκα κόλα. Αυτό είναι το πρωινό μου. Φεύγω, πάω στο τραμπολίνο, ρίχνω τις βουτιές μου, ταΐζω τα περιστεράκια, τρώω το μεσημεριανό μου στο εστιατόριο, τρώω κάθε μέρα εδώ και πέντε χρόνια μακαρονάδα Μπολονέζ… Το απόγευμα τηγανίζω τρία μανιτάρια με σκορδάκι, μελιτζάνα, μπρόκολο… Αυτό είναι το απογευματινό μου. Το βράδυ έχει κόκα κόλα, ή γάλα. Αποφεύγω τη μπύρα μ’ αυτή τη ζέστη. Κόκα κόλα πίνω και τρεις τέσσερις εσπρέσο την ημέρα, έχω μηχανή.
Τι λέτε για τη ζωή;
Η ζωή είναι ψεύτικη. Είμαστε ζώντες οργανισμοί κι εμείς, που γεννηθήκανε για να πεθάνουνε. Γι’ αυτό θέλει αδιαφορία. Να τρως καλά, να μη στενοχωριέσαι… Όταν είναι κανένας τύπος που σε στενοχωρεί, απομάκρυνέ τον.
Στη ζωή σας περάσατε ωραία;
Πολύ ωραία!
Έχω κάνει στην Αυστραλία 19 χρόνια. Από το 1951 έως το 1971. Όλες τις δουλειές τις έκανα. Έπινα ουισκάκι… Ουίσκι με παγάκια, έπινα μπύρες… Όρθιος για να μη μεθάω. Όταν είσαι, όρθιος δεν μεθάς.
Φίλους κάνατε;
Όχι κολλητούς γιατί απογοητεύεσαι. Εκείνοι στο σπιτάκι τους, κι εγώ στο σπιτάκι μου. Κι ούτε λεφτά έκανα. Δεν ήθελα. Όλα είναι ψεύτικα.
Πηγή: rodiaki.gr