Μέσω του συγκεκριμένου φορέα που ανήκει στο Υπουργείο Υγείας, τα νοσοκομεία θα προμηθεύονται κεντρικά τα φάρμακα που χρειάζονται και όχι το καθένα ξεχωριστά, μειώνοντας έτσι το χρόνο για την εξασφάλιση των απαραίτητων θεραπειών ενώ παράλληλα εξασφαλίζεται και η χαρτογράφηση των αναγκών σε όλη την επικράτεια.
Η διαδικασία αυτή από τη μια μεριά δημιουργεί καλύτερες συνθήκες στη συνεργασία μεταξύ του ΕΣΥ και των φαρμακευτικών εταιρειών, «νοικοκυρεύει» τα οικονομικά των νοσοκομείων και φυσικά περιορίζει τα προσκόμματα όσον αφορά στην προσβασιμότητα των ασθενών σε θεραπείες. Το φαινόμενο των ελλείψεων σε νοσοκομειακά φάρμακα έχει εμφανιστεί πολλές φορές και ο λόγος δεν ήταν τόσο οικονομικός όσο γραφειοκρατικός. Μέχρι σήμερα κάθε νοσοκομείο έπρεπε από μόνο του να μεριμνά για την εξασφάλιση των θεραπειών και όταν «ξέμενε» από κεφάλαια λόγω υπέρβασης του προϋπολογισμού του, δημιουργούνταν σημαντικά ζητήματα στη διατήρηση της ομαλότητας στην προμήθεια φαρμακευτικών σκευασμάτων.
Μιλώντας σε χθεσινή ημερίδα ο αντιπρόεδρος της ΕΚΑΠΥ κ. Κωνσταντίνος Γαλανάκης, ανέφερε πως από την ερχόμενη Δευτέρα εισερχόμαστε σε μια νέα διαδικασία. Η ΕΚΑΠΥ θα έχει την ευθύνη να αγοράζει για λογαριασμό των νοσοκομείων τα φαρμακευτικά σκευάσματα που έχουν ανάγκη. Έτσι κάθε φαρμακείο νοσοκομείου το μόνο που θα χρειάζεται να κάνει είναι να στέλνει μέσω της ειδικής πλατφόρμας της ΕΚΑΠΥ το αίτημα για τις θεραπείες που χρειάζονται οι ασθενείς του.
Με τον τρόπο αυτό:
- Το νοσοκομείο θα γνωρίζει με ακρίβεια τον χρόνο και τις ποσότητες παράδοσης, ενώ θα έχει το σύνολο της πληροφορίας συστημικά και με κάθε τρόπο ενημέρωσης (e-mail, sms, σύστημα).
- Οι νοσοκομειακοί φαρμακοποιοί θα έχουν για πρώτη φορά πλήρη λίστα με τους διαγωνισμούς και τις συμφωνίες που έχουν κλείσει σε πραγματικό χρόνο.
- Η εξόφληση των φαρμακευτικών εταιρειών θα γίνεται πλέον εντός 90 ημερών (και όχι μετά από 10-12 μήνες). Θα υπάρχει πλήρως ψηφιακή διαδικασία τιμολόγησης και εκκαθάρισης δαπανών.
- Θα επιτευχθεί η άμεση έκδοση των επιστροφών στις οποίες υποχρεούνται οι εταιρείες λόγω υπέρβασης δαπάνης (rebate και clawback). Να σημειώσουμε εδώ ότι η ΕΚΑΠΥ θα υπολογίσει το clawback και για το 2022.
- Θα υπάρχουν αναλυτικά στοιχεία και πληροφορίες για τα σκευάσματα που διακινούνται στο κανάλι των νοσοκομείων. Εκτιμάται ότι θα υπάρχουν πλέον πλήρη δεδομένα ανά νοσοκομεία, δραστική ουσία και εμπορική ονομασία φαρμάκου τα οποία θα αξιοποιούνται για τη λήψη αποφάσεων.
Ο κ. Γαλανάκης παρουσίασε επίσης τη δαιδαλώδη διαδικασία που επικρατούσε μέχρι σήμερα και η οποία δημιουργούσε σημαντικά προβλήματα που είχαν αντίκτυπο και στους ασθενείς. Όπως είπε, μέχρι σήμερα κάθε ένα από τα 120 νοσοκομεία της χώρας τιμολογούσε από μόνο του για κάθε παραγγελία. Μάλιστα συνολικά εκδίδονται 40.000 τιμολόγια κάθε μήνα, αριθμός που αναμένεται να υποχωρήσει στα 5.000. Την ίδια στιγμή λόγω της καθυστέρησης εκκαθάρισης των συναλλαγών με τις φαρμακευτικές εταιρείες και την έκδοση των σημειωμάτων για rebate και clawback, αυξάνονταν τα ληξιπρόθεσμα χρέη του ΕΣΥ προς τις εταιρείες, ενώ πλέον μέσω της νέας διαδικασίας, αναμένεται μείωση αυτών κατά 250 εκατ. ευρώ.
Αξίζει να σημειωθεί βέβαια ότι δεν θα αλλάξουν τα πάντα από την προσεχή Δευτέρα. Η ΕΚΑΠΥ μπορεί αυτή τη στιγμή να προμηθεύεται για λογαριασμό των νοσοκομείων σκευάσματα τα οποία έχουν περάσει ήδη από διαδικασία διαπραγμάτευσης, δηλαδή οι φαρμακευτικές εταιρείες έχουν ήδη υπογράψει συμβάσεις με την Επιτροπή Διαπραγμάτευσης Τιμών φαρμάκων και τα σκευάσματά τους έχουν ενταχθεί σε κλειστούς ή ανοιχτούς προϋπολογισμούς. Επίσης μπορεί να προμηθεύει κεντρικά, σκευάσματα για τα οποία υπάρχουν συμβάσεις με τις εταιρείες μετά από διαγωνισμούς. Τα σκευάσματα αυτά αυτή τη στιγμή είναι της τάξης του 50% των συνολικών αναγκών των νοσηλευτικών ιδρυμάτων.
Τέλος ένα ακόμη σημείο το οποίο αυτή τη στιγμή δημιουργεί ένα πρόσκομμα στην άμεση εφαρμογή του νέου μοντέλου για όλα τα νοσοκομεία, είναι ο προϋπολογισμός τον οποίο θα πρέπει να έχει στα χέρια της η ΕΚΑΠΥ και αυτός θα προκύψει από την μεταφορά μέρους του προϋπολογισμού που διαθέτει κάθε νοσοκομείο για φάρμακα σε αυτή. Σύμφωνα με τον κ. Γαλανάκη, κάποια νοσοκομεία δεν είναι έτοιμα να ανταποκριθούν σε αυτό άμεσα.