«Η Μαρία πήγε και του είπε ότι πρέπει να φύγει από το σπίτι κι αυτό είναι το κομμάτι, το οποίο βεβαίως όλοι το καταδικάζουμε. Δεν πρέπει κανείς να παίρνει τον νόμο στα χέρια του, αλλά έγινε κάτι βαθύτερο. Στον Πειραιά έχουμε σοκαριστεί, αλλά δεν το θεωρούμε το κίνητρο εργατικό, ότι η απόλυσή του 75χρονου όπλισε το χέρι του» είπε ο Γιώργος Ξηραδάκης στην εκπομπή «Συνδέσεις» στο ERTnews.
Πολλά πράγματα είδαν το φως της δημοσιότητας, όχι τώρα που έγινε το φονικό, αλλά και από τη διαμάχη μεταξύ των αδελφών στο παρελθόν, επεσήμανε στη συνέχεια ο αναλυτής εξηγώντας ότι μετά τον θάνατο του Προκόπη Καρνέση «τα πράγματα έγιναν πολύ στενάχωρα, αλλά αυτά δεν μας αφορούν», επεσήμανε ο αναλυτής.
«Είναι τιμή για οποιονδήποτε να ξέρει τον Σπύρο Καρνέση, τον καπετάνιο. Όταν μιλούσε στα συνέδρια ήταν κάτι το αληθινά ναυτιλιακό», πρόσθεσε και σχετικά με τις δύο αδερφές, ο κ. Ξηραδάκης είπε ότι κι αυτές ήταν φωτισμένες, η μια οικονομολόγος και η άλλη νομικός.
Γλυφάδα: «Κάποια στιγμή κάποιος πήγε και τον έδιωξε από εκεί»
«Αυτό φάνηκε και πιθανότατα η εύκολη λύση για να πεις ότι όπλισε το χέρι ή το μυαλό του, θόλωσε», συνέχισε ο Γιώργος Ξηραδάκης τονίζοντας ότι ο 75χρονος επί της ουσίας δεν απολύθηκε. «Να σοβαρευτούμε κιόλας. Μπορεί να απολύθηκε από μία εταιρεία, αλλά συνέχισε να εργάζεται. Γιατί πώς πήγε στους Πεταλιούς ξανά; Απ ό, τι είπαν εκεί και ο δήμαρχος και όλοι,συνέχισε να παίρνει ένα μεροκάματο και να είναι μέλος της οικογένειας. Αλλά η μακαρίτισσα η Μαρία Καρνέση, πήγε και του είπε ότι πρέπει να φύγει», είπε ο κ. Ξηραδάκης μιλώντας εκτός των άλλων, για αμαρτία.
Προηγουμένως, ο Γιώργος Ξηραδάκης είχε περιγράψει μια οικογένεια που «για οποιονδήποτε μελετήσει την ελληνική ναυτιλία είναι case study για την επιτυχία του ελληνικού νεύρου που δημιούργησε τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής ναυτιλίας». Μίλησε εκτενώς για τα δύο αδέρφια, τον Προκόπη και το Σπύρο, ο ένας μηχανικός και ο άλλος οικονομολόγος – καπετάνιος, που έκαναν το όνειρό τους πραγματικότητα. «Αυτό που κάνανε πάρα πολλοί Έλληνες καραβοκύρηδες. Έστησαν την εταιρεία τους το 1979 στις Φιλιππίνες, πρώτα μια εταιρεία με πληρώματα και στη συνέχεια μια «δαντέλα εταιρειών, μια δαιδαλώδης ανάπτυξη εταιρειών με ό, τι μπορείτε να φανταστείτε».
Γλυφάδα: Από έμπιστος έγινε δολοφόνος και αυτόχειρας
Μια ενδοοικογενειακή δικαστική διαμάχη και μια απόλυση μετά από σχεδόν 36 χρόνια εργασίας, οδήγησαν στο μακελειό στα γραφεία της ναυτιλιακής εταιρίας στην Πλατεία Φλέμινγκ.
Στην μέση της κόντρας που είχε ξεσπάσει ανάμεσα στα αδέρφια της εφοπλιστικής οικογένειας, είχε βρεθεί ο 76χρονος Ελληνοαιγύπτιος δράστης της αιματηρής επίθεσης και για χρόνια φροντιστής των σπιτιών τους. Επισκέφτηκε τα γραφεία «θολωμένος» από τις συχνές διαμάχες και την απόλυσή του και όταν μετά από έναν ακόμα καβγά η ιδιοκτήτρια του ομίλου, του ζήτησε να αδειάσει το σπίτι που του είχαν παραχωρήσει, με μια καραμπίνα και ένα περίστροφο αποφάσισε να λύσει τις διαφορές του.
Νεκροί από τα εκδικητικά πυρά έπεσαν η 77χρονη ιδιοκτήτρια της ναυτιλιακής εταιρίας Μαρία Καρνέση, ο 80χρονος γαμπρός της Αντώνης Βλασσάκης, διευθύνων σύμβουλος της επιχείρησης και ο 75χρονος καπετάνιος Ηλίας Κουκουλάρης, εργαζόμενος στο λογιστήριο, που επιχείρησε να τον σταματήσει. Λίγη ώρα μετά το μακελειό, ο Ελ Μπουραϋ Αντελ Αριστείδης, που τον φώναζαν Αρη, έδωσε τέλος στη ζωή του στο υπόγειο του κτιρίου.
Για σχεδόν 36 χρόνια, ο 76χρονος Αιγύπτιος εργαζόταν στις εταιρίες της οικογένειας, έχοντας αναλάβει να φροντίζει τις κατοικίες των μελών της. Οι σχέσεις του με τις δύο ιδιοκτήτριες της ναυτιλιακής, άρχισαν να διαταράσσονται πριν από περίπου ένα χρόνο, όταν ξέσπασε η δικαστική διαμάχη με τον αδερφό τους. Ο εφοπλιστής ήταν εκείνος που είχε βαφτίσει χριστιανό τον Αιγύπτιο, ενώ διατηρούσε φιλικές σχέσεις μαζί του, με αποτέλεσμα οι δύο αδερφές εν μέσω της αντιπαράθεσης, να δρομολογήσουν την απόλυσή του. Οταν έχασε τη δουλειά του, ο εφοπλιστής που βρισκόταν στα δικαστήρια με την υπόλοιπη οικογένεια, τον προσέλαβε στη δική του εταιρία. Το πρωί της Δευτέρας, οι ιδιοκτήτριες της ναυτιλιακής, του ζήτησαν να μαζέψει τα πράγματά του από το σπίτι που του είχαν παραχωρήσει στη Γλυφάδα, το οποίο ήταν ιδιοκτησίας της γιαγιάς της οικογένειας. Εκείνος κινήθηκε προς την εταιρία, αποφασισμένος για όλα.
Αποφασισμένος
«Με διώχνουν από το σπίτι, θα δεις τι θα τους κάνω. Θα τους σκοτώσω και θα αυτοκτονήσω», φέρεται να είπε ο 76χρονος όταν έφτασε στα γραφεία της ναυτιλιακής. Μπήκε με το αυτοκίνητό του στο υπόγειο πάρκινγκ, έχοντας μαζί του ένα σάκο μέσα στο οποίο είχε μια κοντόκαννη καραμπίνα και ένα περίστροφο. «Τον είδα να ανεβαίνει από το υπόγειο. Κρατούσε ένα σακβουαγιάζ. Κατάλαβα ότι μέσα είχε όπλο», ανέφερε στους αστυνομικούς ο φύλακας της εταιρίας, περιγράφοντας τη συνάντησή του με το δράστη, πριν το μακελειό. «Φύγε από εδώ, συνέχισε νευριασμένος. Πάω να καθαρίσω τα αφεντικά, δεν θα πειράξω τους εργαζόμενους, μου είπε. Πήρα αμέσως την Αστυνομία, και λίγα λεπτά μετά άκουσα τους πυροβολισμούς», φέρεται να είπε σε άλλο μέρος της κατάθεσής του.
Σύμφωνα με μαρτυρίες, ο 76χρονος κινήθηκε προς το γραφείο της ιδιοκτήτριας. Αφού τσακώθηκαν για ακόμα μια φορά, η 77χρονη τον πέταξε έξω, φωνάζοντάς του να πάρει τα πράγματά του από το σπίτι και να φύγει. Αμέσως ο δράστης κατεβαίνει στο πάρκινγκ, παίρνει το σάκο με τα όπλα, επιστρέφει στο γραφείο και με μια κλωτσιά ανοίγει την πόρτα και πυροβολεί την ιδιοκτήτρια στο χέρι. Εκείνη, βρίσκει καταφύγιο στο γραφείο του άνδρα της αδερφής της, όπου εκτυλίσσεται η τραγωδία. Ο 76χρονος πυροβολεί πρώτα με την καραμπίνα τον διευθύνοντα σύμβουλο και όταν παρεμβαίνει ο πρώην καπετάνιος και τον αφοπλίζει, τραβάει το περίστροφο και τον τραυματίζει θανάσιμα στο σώμα. Στη συνέχεια πυροβολεί ξανά με την καραμπίνα την ιδιοκτήτρια της εταιρίας στο κεφάλι. Αμέσως μετά, μαινόμενος κινείται προς τον δεύτερο όροφο του κτιρίου, όπου αναζητά την αδερφή της ιδιοκτήτριας, η οποία όμως απουσιάζει. Οταν εισβάλλουν οι αστυνομικοί, κινείται προς το υπόγειο, όπου αυτοκτονεί με την καραμπίνα.
«Αρη, τι κάνεις εκεί…»
«Ακούσαμε φασαρία, κάποιον να φωνάζει ‘Αρη, τι κάνεις εκεί;’ Εγώ και η συνάδελφος είχαμε δει τον Αρη με το όπλο και μετά ακούσαμε τους πυροβολισμούς σαν να σείστηκε το κτίριο. Τρέξαμε και μπήκαμε στο χώρο που είχαμε μία μικρή κουζίνα και τουαλέτα και κλειδώσαμε την πόρτα», φέρεται να περιγράφει υπάλληλος της εταιρίας στους αστυνομικούς. Μαζί με μια συνάδελφό της κάλεσαν τις Αρχές ζητώντας βοήθεια. Λίγο μετά τις 10:30, περίπου 20 λεπτά μετά τους πυροβολισμούς, άνδρες της ΟΠΚΕ και της ΕΚΑΜ έφτασαν στο σημείο και από το μπαλκόνι γειτονικής πολυκατοικίας, είδαν σε ένα παράθυρο τις δύο γυναίκες. «Κάποια στιγμή από το παράθυρο είδαμε αστυνομικούς στο απέναντι κτίριο και τους κάναμε νοήματα ότι κινδυνεύουμε. Μετά από κάποια ώρα ήρθαν οι αστυνομικοί, μας απεγκλώβισαν και μας απομάκρυναν από το κτίριο», αναφέρει στη κατάθεσή της η εργαζόμενη, που διακομίσθηκε στο Ασκληπιείο Βούλας.
Οι Αρχές απομάκρυναν τους εργαζόμενους, όταν όμως ο διαπραγματευτής δεν έπαιρνε απάντηση στις προσπάθειές του να μιλήσει με το δράστη, αποφασίστηκε να μπουν μέσα στο κτίριο τα στελέχη της ΕΚΑΜ. Στον πρώτο όροφο εντόπισαν τα τρία θύματα, ενώ στο υπόγειο ήταν νεκρός ο δράστης, που είχε δίπλα του την καραμπίνα. «Ακούσαμε πυροβολισμούς, δεν ξέραμε τι είναι. Φώναζε σε όλους να φύγουν, δεν ήθελε να χτυπήσει κάποιον άλλον από εμάς, μόνο τα αφεντικά, και χτύπησε στοχευμένα αυτούς. Δύο αφεντικά και ένας υπάλληλος. Πήγε να του μιλήσει, να τον ηρεμήσει και τον πυροβόλησε και αυτόν», περιγράφει εργαζόμενη στην εταιρία.
Ειδήσεις σήμερα
Αχαρνών: Έκρηξη αυτοσχέδιου εμπρηστικού μηχανισμού σε κομμωτήριο
Δίκη για το Μάτι: Σήμερα η αγόρευση του Εισαγγελέα για τους 21 κατηγορούμενους
Μητσοτάκης σε αγρότες: Νέα έκπτωση στο ρεύμα και επιδότηση πετρελαίου στην αντλία