Οι δύο νέοι είχαν συναντηθεί άλλες δύο φορές εκείνη την εβδομάδα, πριν ο 39χρονος πρώην σύντροφός της -που βρισκόταν, όπως αποδείχθηκε, υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών- της στήσει καρτέρι θανάτου. «Στις 25 Μαρτίου, μου έστειλε (σ.σ.: Η Κυριακή) μήνυμα στο facebook, συνομιλήσαμε και στις 29 Μαρτίου το βράδυ βρεθήκαμε σε μία καφετέρια στους Αγίους Αναργύρους. Εκεί μου είπε ότι είναι χωρισμένη από τη σχέση της εδώ και δύο μήνες γιατί δεν περνούσε καλά, ότι έμεναν στο Αιγάλεω και ότι περνούσε πάρα πολύ δύσκολα», ανέφερε ο μάρτυρας. Την επόμενη ημέρα, Σάββατο 30 Μαρτίου, ο νεαρός με την Κυριακή είχαν νέα συνάντηση. «Το Σάββατο ξαναβρεθήκαμε και πήγαμε σε μία καφετέρια στη Φιλαδέλφεια γύρω στις 8.00 το βράδυ. Εκεί μου είπε ότι χώρισε γιατί το άτομο που είχε σχέση ήταν καταχρηστικός και κακοποιητικός, και μάλιστα του είχε κάνει μήνυση, όμως την είχε ανακαλέσει», κατέθεσε ο νεαρός, σύμφωνα με τις πληροφορίες του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής.
«Την περίμενε»
Το τρίτο ραντεβού του με την Κυριακή ορίστηκε για το μοιραίο βράδυ της Δευτέρας 1 Απριλίου και -όπως περιγράφει- όταν επέστρεψαν στο σπίτι της, ο δράστης την περίμενε. «Εκείνο το βράδυ πήγαμε για καφέ στην καφετέρια στη Φυλή και καθίσαμε περίπου μέχρι τις 9.30 το βράδυ. Την κατέβασα έπειτα προς το σπίτι της με το αυτοκίνητό μου και λίγο πριν την αφήσω είδα έξω από ένα σύμπλεγμα κατοικιών όπου έμενε η Κυριακή έναν άνδρα με μία άσπρη μοτοσικλέτα. Μόλις τον είδε η Κυριακή, μου φώναξε να φύγουμε αμέσως.
Ηταν ο παλιός της δεσμός και τον φοβόταν. Της είπα να πάμε στο Αστυνομικό Τμήμα και να αναφέρει το γεγονός και έπειτα πήγαμε στο Αστυνομικό Τμήμα Αγίων Αναργύρων γιατί αυτό θυμόμουν κοντά στην περιοχή. Στάθμευσα το αυτοκίνητό μου πίσω από το κτίριο και ανεβήκαμε μαζί στον 1ο όροφο, όπου βρίσκεται το Αστυνομικό Τμήμα Αγίων Αναργύρων, αλλά η Κυριακή μού ζήτησε να μείνω έξω από το γραφείο.
Ηθελε να μπει μόνη της και μου είπε να περιμένω. Βρισκόταν στο γραφείο του αξιωματικού Υπηρεσίας και μιλούσε με γυναίκες αστυνομικούς. Εγώ δεν άκουγα τίποτα, κατάλαβα όμως από τα λίγα που μπόρεσα να πιάσω απ’ έξω από το γραφείο ότι οι αστυνομικοί την προέτρεπαν να κάνει μήνυση. Η Κυριακή έλεγε ότι δεν φοβάται, ότι δεν τον φοβάται και δεν ήθελε να κάνει μήνυση».
Λίγα δευτερόλεπτα
Στη συνέχεια ο νεαρός περιγράφει τις άγριες σκηνές που εκτυλίχθηκαν μπροστά στα μάτια του με τον 39χρονο δράστη να επιτίθεται στην Κυριακή Γρίβα. Δεν χρειάστηκαν, όπως λέει στη δραματική περιγραφή του, παρά μόνο λίγα δευτερόλεπτα για να σωριαστεί στο έδαφος χτυπημένη από το μαχαίρι ενώ συνομιλούσε με την Αμεση Δράση και ζητούσε να γυρίσει σπίτι της συνοδεία περιπολικού.
«Μόλις βγήκε από το γραφείο η Κυριακή μού είπε ότι της είπαν οι αστυνομικοί να κάνει μήνυση, αλλά αυτή δεν ήθελε και ότι θα έπαιρνε τηλέφωνο το 100 για να τη συνοδεύσουν στο σπίτι της αστυνομικοί. Οταν κατεβήκαμε στον δρόμο, πήρε το 100 και έλεγε το περιστατικό. Μιλούσε ακόμη στο 100 και γύρισε την πλάτη της ασυναίσθητα. Ενώ δεν είχαμε κάνει πολλά βήματα, ένας άντρας έπεσε με άλμα επάνω της και άρχισε να τη χτυπάει με μαχαίρι. Εγώ αιφνιδιάστηκα και άρχισα να φωνάζω, αλλά εντός λίγων δευτερολέπτων η Κυριακή είχε πέσει αιμόφυρτη κάτω μαζί με τον δράστη και παρόλο που ήταν κάτω δεν άφηνε το μαχαίρι και θυμάμαι έναν αστυνομικό που ήρθε και το κλότσησε παραπέρα για να μην το κρατάει ο δράστης».
«Ηξερε τους δρόμους και μας ακολούθησε»
Οπως είπε στην κατάθεσή του ο νεαρός, ακόμα αδυνατεί να πιστέψει πώς συνέβη η άγρια δολοφονία, καθώς μόλις κατάφερε να συνέλθει από το σοκ η κοπέλα ήταν θανάσιμα τραυματισμένη. «Οταν συνήλθα, είδα την Κυριακή χωρίς τις αισθήσεις της μπρούμυτα στο πεζοδρόμιο και αυτός πεσμένος πλάγια με την Κυριακή μέσα στα αίματα. Τα έχασα, δεν μπορώ ακόμα να πιστέψω πώς έγινε». Ο μάρτυρας ρωτήθηκε κατά την ανάκριση αν αναγνωρίζει την άσπρη μοτοσικλέτα που υπήρχε μπροστά στο Αστυνομικό Τμήμα και απάντησε με βεβαιότητα ότι ανήκε στον δράστη, αφού με αυτήν τον είχε δει νωρίτερα να τους παρακολουθεί έξω από το σπίτι της Κυριακής. Στην ερώτηση πώς βρέθηκε ο δράστης μπροστά τους, αφού νωρίτερα τον είχαν αφήσει έξω από το σπίτι της κοπέλας στη Νέα Χαλκηδόνα, απάντησε ότι ο 39χρονος γνώριζε τους δρόμους στην περιοχή, ενώ ό ίδιος όχι, με αποτέλεσμα να τους ακολουθήσει χωρίς να τον αντιληφθούν.