Η γυναίκα που έχει ομολογήσει ότι κρατούσε επί δύο ημέρες το παιδί στο σπίτι της, παραδέχτηκε ότι ξεγέλασε ουσιαστικά την ανήλικη επειδή γνώριζε τόσο την ίδια όσο και την οικογένειά της. Σύμφωνα με πληροφορίες, στην κατάθεσή της ανέφερε ότι αρχικά είπε στο παιδί πως είχε συνεννοηθεί με τη μητέρα του για να το παραλάβει από το σχολείο και αμέσως μετά του είπε ότι θα πήγαιναν στο σπίτι της, στην Καλαμαριά, όπου η μικρή Μαρκέλλα θα έπαιζε με την κόρη της κατηγορούμενης.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του σταθμού, οι αστυνομικοί με βάση τη δικογραφία εκτιμούν πως η 33χρονη είχε σχέδιο και είχε στήσει ενέδρα στη μικρή, έξω από το σχολείο της.
Περιγράφοντας την ημέρα της αρπαγής της 10χρονης μαθήτριας, η 33χρονη φέρεται να κατέθεσε πως: «Την Πέμπτη πήρα ένα ταξί και πήγα στις 12:15 στο σχολείο του κοριτσιού και περίμενα να σχολάσει. Μόλις την είδα την ακολούθησα. Σκέφτηκα όλα πάνε καλά, μου έκατσε “λουκούμι”».
Σε ερώτηση εάν είχε ξαναπάει στο σχολείο της μικρής Μαρκέλλας, απάντησε πως “ναι, άλλη μια φορά πριν από την καραντίνα αλλά δεν την είχα δει”.
Σύμφωνα με τον Alpha, περιγράφει στη συνέχεια πως “της πήρα κουλούρι και χυμό και κάποια στιγμή βαφτήκαμε και βγάλαμε φωτογραφίες τις οποίες είχα σε ένα κινητό τηλέφωνο, το οποίο πέταξα αφού πρώτα έσβησα τις φωτογραφίες”.
Και στη συνέχεια ομολογεί ότι “της έδωσα τρία υπνωτικά χάπια με κουτάλι, όπως το σιρόπι. Εγώ έκανα χρήση κοκαΐνης και πήρα τρία υπνωτικά χάπια. Την επόμενη ημέρα κοιμόμασταν όλη την ημέρα. Δεν σηκωνόταν και της έβαλα κοκαΐνη στα δόντια”.
Η κατηγορούμενη που δια του συνηγόρου της αρνήθηκε τις κατηγορίες της αρπαγής περιγράφει με λεπτομέρειες όσα άρρωστα έγιναν στο διαμέρισμά της στην Καλαμαριά. «Φοβήθηκα μήπως δηλωθεί η εξαφάνιση όταν φθάσαμε στο διαμέρισμα. Εγώ την ήθελα για μένα», καταθέτει η 33χρονη και περιγράφει πως πήρε φαγητό για το παιδί και πως αργότερα «βαφτήκαμε και οι δύο και βγάλαμε φωτογραφίες». Αυτές τις φωτογραφίες είχε στο κινητό της, αλλα τις έσβησε πριν τη σύλληψή της. Κάποια στιγμή και αφού έχει βάλει το παιδί για μπάνιο, μπαίνοντας και εκείνη στη μπανιέρα, και ενώ παρακολουθούν τηλεόραση, η μικρή βλέπει ότι την αναζητούν. Τότε το παιδί αγχώθηκε «πάρα πολύ». «Αγχώθηκα και γω και της έδωσα τρία xanax του 1 mg με κουτάλι όπως το σιρόπι». Η κατηγορούμενη ομολογεί ότι έκανε χρήση κοκαϊνης και xanax και ξάπλωσε μαζί με το ναρκωμένο και αδύναμο να αντιδράσει καθ’ οιονδήποτε τρόπο, παιδί.
Όπως ομολογεί, την επόμενη μέρα «έβαλε στα δόντια» του παιδιού κοκαϊνη. Του είπε ότι την επόμενη μέρα θα την επέστρεφε στη μαμά της και το πρωί του Σαββάτου, αφού άφησε τη Μαρκέλλα κοντά στο πρατήριο καυσίμων όπου βρέθηκε, φρόντισε να πετάξει το κινητό της και πήρε ταξί για να μεταβεί στην Παραλία Κατερίνης, όπου συνελήφθη. Είχε προλάβει να κόψει και να βάψει τα μαλλιά της και να σπάσει τον υπολογιστή της.