Η ίδια μίλησε στις κάμερες και παραδέχτηκε ότι τις προηγούμενες ημέρες προτίμησε να μην παρευρεθεί στο δικαστήριο, καθώς δεν άντεχε να ακούει τους κατηγορούμενους να περιγράφουν όσα συνέβησαν το μοιραίο βράδυ που η κόρη της δολοφονήθηκε φρικτά.
«Δεν άντεχα να ακούω τη φρίκη που έζησε το παιδί μου στα χέρια των δολοφόνων του. Είναι ανθρωπόμορφα τέρατα. Η λέξη άνθρωπος δεν τους αξίζει», ανέφερε στην εκπομπή “Αλήθειες με τη Ζήνα” και πρόσθεσε: «Έχουν περάσει 17 μήνες και 13 μέρες από τότε που έχασα την Ελένη μου. Κάθε μέρα που προστίθεται είναι μια μαρτυρική μέρα για μένα. Ο πόνος μου είναι αξεπέραστος, δεν περιγράφεται με λόγια το τι ζω στην καθημερινότητά μου.
Είχε όνειρα και αυτά τα τέρατα που βρέθηκαν στον δρόμο της μας κατέστρεψαν όλους. Υφ’ αρπάξαν το παιδί μου από τα χέρια μου. Κι εγώ τώρα πώς να ζήσω; Να πω ότι έπεσε θύμα τροχαίου να το καταλάβω, ή ότι ήταν άρρωστη. Αλλά το δικό μου το παιδί βρέθηκε στο δρόμο δύο δολοφόνων που την χτύπησαν, τη βίασαν, την κουβάλησαν και την πέταξαν σαν σακί από ύψος 10 μέτρων ενώ ήταν ζωντανή».
Σε ερώτηση αν αντέχει να κοιτάξει στα μάτια τους κατηγορουμένους, η κυρία Κούλα απάντησε:
«Εγώ δεν είμαι Γιάννης (σ.σ. ο πατέρας της Ελένης Τοπαλούδη). Ο Γιάννης έχει μια άλλη ψυχολογία, μια άλλη ψυχοσύνθεση. Εγώ είμαι η μάνα της, που την κυοφόρησε εννιά μήνες, που 23 ώρες προσπαθούσα να τη φέρω στη ζωή, η μάνα που την πήρα πρώτη στην αγκαλιά μου, που ξενύχτησα για να τη θηλάσω, να τη νανουρίσω, να δω αν είναι καλά όταν ήταν άρρωστη. Ο Γιάννης είναι άλλο, όχι ότι δεν πονάει, αλλά εγώ δεν μπορώ να τους βλέπω».
Στο μεταξύ έπειτα από πολύωρη διαδικασία, ολοκληρώθηκε η απολογία των κατηγορουμένων για τη δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη. Οι δύο κατηγορούμενοι, στο τέλος, έκαναν ο ένας στον άλλο την ίδια ερώτηση: “Γιατί το έκανες;”, σύμφωνα με τη δυνατότητα που τους δίνει ο νέος ποινικός κώδικας να απευθύνουν μεταξύ τους ερωτήσεις. Δεν υπήρξε εκατέρωθεν καμία απάντηση, όπως αναμενόταν.