Συγκεκριμένα, τόσο ο τηλεενεχυροδανειστής όσο και ο φερόμενος συνδιευθυντής της οργάνωσης, τουρκικής υπηκοότητας, κατέβαλαν ως εγγύηση του ποσό των 200.000 ευρώ έκαστος, ενώ τους απαγορεύθηκε η έξοδος από τη χώρα και υποχρεούνται μία φορά το μήνα να εμφανίζονται σε αστυνομικό τμήμα της περιοχής τους. Αντίστοιχοι όροι, εκτός της εγγυοδοσίας, ορίστηκαν και για τους υπόλοιπους προφυλακιστέους.
https://www.youtube.com/watch?v=cD57ePiOjSY
Ο Αλέξης Κούγιας όταν έφτασε στις φυλακές Ναυπλίου είπε: «Έχει αρχίσει από το πρωί η διαδικασία για την έκδοση των απαραίτητων εγγραφών για την ολοκλήρωση της διαδικασίας της αποφυλάκισης. Σε σύντομο χρονικό διάστημα θα είχε αίσιο τέλος η τραγωδία. Να μην έχουμε ξανά εμπλοκές τέτοιου είδους γιατί φοβάμαι το διάστημα που ακολουθεί».
Στο σκεπτικό του υπ’ αριθμ. 5706/2018 βουλεύματος, αναφέρουν πως για το χρυσό και το ασήμι που κατασχέθηκε δεν προσκομίστηκαν παραστατικά για την προέλευσή τους και την καταβολή φόρων «με αποτέλεσμα να νοούνται ως λαθρεμπορεύματα». Ούτε τα έγγραφα της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων αποτέλεσαν τροχοπέδη για το συμβούλιο, αφού -όπως επισημαίνεται- οι ενδείξεις ενοχής δεν αναιρούνται από κανένα στοιχείο. «Η Γενική Διεύθυνση Τελωνείων δεν αναφέρεται στην εξαγωγή λαθρεμπορευμάτων από τη χώρα που αποτελεί εν προκειμένω το κρινόμενο ζήτημα. Δεν κλονίζονται δηλαδή από το περιεχόμενο των εγγράφων ούτε από κανένα άλλο αποδεικτικό μέσο» κρίνει χαρακτηριστικά στο βούλευμα.
Οσο για τους λόγους που θα πρέπει να αποφυλακιστούν, το δικαστικό συμβούλιο αναφέρει ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του νόμου για να κριθούν προσωρινά κρατούμενοι. «Απαντες οι προσφεύγοντες διαθέτουν μόνιμη και σταθερή διαμονή στην Ελλάδα, δεν έχουν κάνει προπαρασκευαστικές ενέργειες για να διευκολύνουν τη φυγή τους από τη χώρα, ούτε υπήρξαν κατά το παρελθόν φυγόποινου ή φυγόδικοι, ούτε έχουν καταδικασθεί αμετάκλητα για ομοειδείς αξιόποινες πράξεις», αναφέρεται.
Από την πλευρά της, η εισαγγελέας Αικατερίνη Τσιρώνη, που νωρίτερα είχε προτείνει την αντικατάσταση της προσωρινής κράτησης και για τους οκτώ εμπλεκόμενους, μιλά για μια δομημένη ομάδα με διακριτούς λόγους. «Γίνεται αντιληπτό ότι στις ημέρες της οικονομικής κρίσης και των Μνημονίων που βιώνει η Ελλάδα κατά την τελευταία δεκαετία βρήκαν ευχερές πεδίο δράσεως άνθρωποι οι οποίοι δεν διαθέτουν το ηθικό έρεισμα και υπόβαθρο και χαρακτηριζόμενοι από πλεονεξία και διάθεση ευκαιριακού πλουτισμού μέσω παρανόμων τεχνασμάτων και ενεργειών και υπό την προνομιακή θέση που κατέχουν αναζητούν τρόπους οικονομικής εκμετάλλευσης των συνανθρώπων μας. Επ’ αφορμήν αυτής ακριβώς της δράσεως, η οποία τείνει να αποτελέσει κοινωνική μάστιγα η οποία βασανίζει τα ελληνικά νοικοκυριά, ο νομοθέτης επεδίωξε να προστατεύσει το κοινωνικό σύνολο εισάγοντας με το νόμο 4557/2018 “Περί πρόληψης και καταστολής της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης τρομοκρατίας”» αναφέρει στην τοποθέτηση της.
Αναφορικά με το κακούργημα της λαθρεμπορίας, η εισαγγελική λειτουργός υποστηρίζει πως το ζήτημα θα λυθεί στο πλαίσιο της ανάκρισης. Οπως εκτιμά, «τα προκύψαντα θέματα, οι προβληματισμοί και οι αμφιβολίες που ανέκυψαν σχετικώς με τις διαδικασίες και τη νομιμότητα της εξαγωγής του χρυσού από τη χώρα και ειδικότερα αναφορικώς με το εριζόμενο ζήτημα, εάν η εξαγωγή χρυσού, χωρίς τις νόμιμες διαδικασίες, αποτελεί τελωνειακή παράβαση και όχι το αδίκημα της λαθρεμπορίας, επιδέχονται επιλύσεως μόνον κατά τη διάρκεια της κύριας ανάκρισης και ως εκ τούτου φρονώ ότι θα πρέπει να γίνουν δεκτές οι προσφυγές των κατηγορουμένων».
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]