Και οι δύο συνελήφθησαν στις αρχές Αυγούστου στη Λακωνία, όταν επιχείρησαν να αποφύγουν μπλόκο της αστυνομίας, ενώ επέβαιναν σε κλεμμένο αυτοκίνητο με πλαστές πινακίδες κυκλοφορίας.
Πιο συγκεκριμένα οι κατηγορίες για τις οποίες καταδικάστηκαν είναι αυτές της κλοπής (αφορά στο αυτοκίνητο με το οποίο κυκλοφορούσαν στην περιοχή της Λακωνίας), της πλαστογραφίας ( αφορά στις ταυτότητες και τις πινακίδες κυκλοφορίας), της αντίστασης κατά της αρχής, της ψευδούς ανωμοτί κατάθεσης και δύο παραβάσεων του ΚΟΚ.
Την καταδίκη τους είχε ζητήσει νωρίτερα η εισαγγελέας της έδρας ενώ εισηγήθηκε μόνο την απαλλαγή του Μάριου Σεϊσίδη για το αδίκημα της παράβασης του ΚΟΚ αφού το αυτοκίνητο οδηγούσε ο συγκατηγορούμενος του, Κώστας Σακκάς και εκείνος βρισκόταν στη θέση του συνοδηγού.
Η ακροαματική διαδικασία ξεκίνησε την Τετάρτη το μεσημέρι κάτω από δρακόντεια μέτρα ασφαλείας τόσο έξω όσο και μέσα στη δικαστική αίθουσα.
Απολογούμενοι και οι δύο έκαναν λόγο για άγριο ξυλοδαρμό από τους αστυνομικούς τόσο κατά τη διάρκεια της σύλληψής τους όσο και στο ΑΤ Σπάρτης.
Όπως ανέφεραν, αστυνομικοί τους χτύπησαν με γροθιές και κλωτσιές σε διάφορα σημεία του σώματός τους, ενώ δεν τους επέτρεψαν να μιλήσουν με τους συνηγόρους τους παρά το γεγονός ότι σχεδόν από την αρχή δήλωσαν τα στοιχεία τους, καθώς και τη θέλησή τους να επικοινωνήσουν με τους υπερασπιστές τους.
Μάλιστα, και οι δύο υπογράμμισαν ότι δέχθηκαν τα πυρά των αστυνομικών, που πυροβόλησαν “σε ευθεία βολή” ενώ εκείνοι έτρεχαν να απομακρυνθούν πεζή και όχι προειδοποιητικά στον αέρα.
“Αν δεν είχαν πυροβολήσει πιθανόν και να σταματούσαμε” δήλωσε μεταξύ άλλων στο δικαστήριο ο Κ. Σακκάς ενώ σε άλλο σημείο της απολογίας του είπε:
“Ο πρώτος αστυνομικός μπήκε στο γκαράζ όπου κρυφτήκαμε, μας έβριζε και μας χτύπησαν. Αναγκαστήκαμε να πούμε ότι είμαστε καταζητούμενοι αναρχικοί για να σταματήσουν. Δεν υπήρχε αντίσταση, υπήρχε μένος και οργή ανεξέλεγκτη”.
Παράλληλα, οι δύο κατηγορούμενοι υποστήριξαν πως την ημέρα εκείνη ήταν καθοδόν για την Ελαφόνησο όπου θα έκαναν διακοπές, αλλά έκαναν αναστροφή όταν είδαν ένα μπλόκο της αστυνομίας. “Δεν μας έκαναν σήμα, κάναμε αναστροφή για να αποφύγουμε πιθανό έλεγχο. Δεν αντιλήφθηκα σειρήνα ή φώτα και πηγαίναμε με πενήντα χιλιόμετρα, είπε ο Μάριος Σεϊσίδης.
Αναφορικά με την κατηγορία της κλοπής, για την οποία οι υπερασπιστές Κ. Παπαδάκης και Δ. Κατσαρής, υποστήριξαν ότι δεν είναι αυτόφωρο αδίκημα αφού εκλάπη τον Ιούνιο και το δικαστήριο δεν έχει τη σχετική αρμοδιότητα, οι δύο αναρχικοί είπαν πως τους το παραχώρησε αλληλέγγυος. “Μας έδωσαν ένα αυτοκίνητο με το κλειδί να πάμε διακοπές. Εμείς το μόνο που κάναμε ήταν να βάλουμε τα πράγματά μας στο αυτοκίνητο” είπε χαρακτηριστικά ο Μ. Σεϊσίδης, ο οποίος όπως και ο Κ. Σακκάς αρνήθηκε να κατονομάσει το άνθρωπο που τους βοήθησε. Το ίδιο συνέβη και με τις πλαστές ταυτότητες, που έφεραν κατά τη σύλληψή τους. Όπως επεσήμαναν πάντως, τα έγγραφα αυτά δεν χρησιμοποιήθηκαν ποτέ.
Ο Μάριος Σεϊσίδης, που κατηγορείται για ληστείες (σ.σ. πρόκειται για την υπόθεση των “ληστών με τα μαύρα”, για την οποία έχουν αθωωθεί όλοι οι κατηγορούμενοι), υποστήριξε για τα 11 χρόνια που παρέμενε ασύλληπτος ότι ήταν αποτέλεσμα ενός “κλίματος τρομοκρατίας”. “Επί 11 χρόνια ΜΜΕ με φωτογραφίζουν, δημιουργούν κλίμα τρομοκρατίας. Κάποια στιγμή που θα έκρινα κατάλληλη, θα εμφανιζόμουν” εξήγησε και πρόσθεσε πως και ο αδελφός του, Σίμος, παρέμεινε στη φυλακή, για 2,5 χρόνια μέχρι να αθωωθεί.