«Μ… Πακιστανοί. Τι κάνεις εδώ; Φύγε από τη χώρα μας», φώναζε το δίδυμο τάγμα εφόδου με το… Smart, μαζί με άλλους απειλητικούς και υβριστικούς χαρακτηρισμούς, την ώρα που πέταξαν στο δρόμο τον 34χρονο Ahmed Shahzad από το Πακιστάν και συνέχιζαν να τον χτυπούν με μανία, όπως προκύπτει από την κατάθεσή του, η οποία συμπεριλαμβάνεται στη δικογραφία που δημοσιοποιεί ο Ελεύθερος Τύπος.
Ενας ηλικιωμένος άνδρας που σταμάτησε πίσω από το αυτοκίνητο των νεαρών ρατσιστών απέτρεψε τα χειρότερα, φωνάζοντας στους «αφηνιασμένους» δράστες, οι οποίοι τράπηκαν σε φυγή. Τη δράση των δύο είχε καταγγείλει η ΚΕΕΡΦΑ (Κίνηση Ενωμένοι Ενάντια στο Ρατσισμό και τη Φασιστική Απειλή), μετά από τρεις ρατσιστικές επιθέσεις σε μία ώρα, και την επόμενη μέρα αστυνομικοί του Τμήματος Αντιμετώπισης Ρατσιστικής Βίας της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής συνέλαβαν έναν 22χρονο και ταυτοποίησαν έναν ακόμη 24χρονο ως υπεύθυνους για τις επιθέσεις. Ο 22χρονος προφυλακίστηκε, ενώ σε βάρος του 24χρονου αναμένεται να εκδοθεί ένταλμα σύλληψης.
Η κατάθεση
Ο 34χρονος Ahmed Shahzad, που βρίσκεται 13 χρόνια στη χώρα μας από την ηλικία των 21 χρόνων, στην κατάθεσή του ανέφερε ότι η προφορά των δραστών τού φαινόταν ποντιακή. Λίγες ώρες μετά τη βάναυση επίθεση σε βάρος του, τα ξημερώματα της 15ης Ιουνίου, κατέθεσε στο Τμήμα Αντιμετώπισης Ρατσιστικής Βίας τις στιγμές που έζησε στα χέρια του «τάγματος εφόδου».
«Λίγο μετά τις 04:30, όταν και έφυγα από το σπίτι μου για να πάω για δουλειά, στη διασταύρωση της Λ. Καραμανλή με τη Δεκελείας στις Αχαρνές, όπου είχα φθάσει με το μηχανάκι μου, είδα τρία άτομα ομοεθνείς μου, τους οποίους γνωρίζω εξ όψεως, να τρέχουν τη Δεκελείας και να στρίβουν στην Καραμανλή και σταμάτησα για να δω τι συμβαίνει. Τότε είδα να τους ακολουθεί, στρίβοντας και αυτό στην Καραμανλή, ένα αυτοκίνητο μάρκας Smart, χρώματος μαύρου με αριθμό κυκλοφορίας ΥΜΜ…, ο οδηγός του οποίου μόλις με είδε σταμάτησε και βγήκαν από μέσα ο ίδιος και άλλος ένας άνδρας και με πλησίασαν», περιγράφει το θύμα και συνεχίζει: «Μόλις ήρθαν κοντά και ενώ πίστευα ότι θα μου μιλήσουν, ο οδηγός, ο οποίος είχε κοντό μούσι, ήταν περίπου 25-30 χρόνων, ψηλός και αδύνατος, με έπιασε από τα χέρια και από τα ρούχα και το άλλο άτομο, ο οποίος φαινόταν ίδιας ηλικίας και σωματικής διάπλασης, άρχισε να με χτυπάει στο πρόσωπο με μπουνιές δυνατά, ενώ ταυτόχρονα φώναζαν πολλές φορές “Μ… Πακιστανοί”, “Τι κάνεις εδώ; Φύγε από τη χώρα μας”. Δεν είμαι σίγουρος αν ήταν Eλληνες, αλλά επειδή είμαι περίπου 13 χρόνια στην Ελλάδα, η προφορά τους μου φαινόταν ποντιακή».
Και τρίτος
Το θύμα του ακραίου ρατσισμού περιγράφει πως οι δράστες συνέχιζαν να τον ξυλοφορτώνουν: «Μετά από κάποια χτυπήματα έπεσα κάτω και συνέχισαν να με χτυπάνε με μπουνιές και οι δύο και τότε εμφανίστηκε κι ένα τρίτο άτομο χωρίς να καταλάβω από πού και του οποίου τα χαρακτηριστικά δεν πρόλαβα να δω γιατί ήμουν σε κακή κατάσταση, πήγε να με χτυπήσει και αυτός, αλλά δεν πρόλαβε γιατί τους φώναξε ένας ηλικιωμένος άνδρας, ο οποίος ήταν μέσα σε ένα αυτοκίνητο που σταμάτησε πίσω από το Smart, να φύγουν. Τότε και οι τρεις έτρεξαν και μπήκαν στο αυτοκίνητό τους και έφυγαν στη Λ. Καραμανλή με κατεύθυνση προς το Μενίδι».
Στη συνέχεια της κατάθεσής του περιγράφει την κατάστασή του μετά την επίθεση: «Εγώ ήμουν πολύ χτυπημένος, πονούσα και έτρεχαν αίματα από το πρόσωπό μου. Τα άλλα τρία άτομα που κυνηγούσαν στην αρχή με πλησίασαν, τους ζήτησα βοήθεια και με μετέφεραν μέχρι το σπίτι μου που βρίσκεται περίπου δέκα λεπτά μακριά με τα πόδια από το σημείο. Πήρα τηλέφωνο ένα φίλο μου που έχει αυτοκίνητο και με βοήθησε να πάω στο Αστυνομικό Τμήμα στο Μενίδι, όπου μου είπαν να πάω πρώτα στο νοσοκομείο γιατί ήμουν πολύ χτυπημένος και μετά να ξαναπάω σε αυτούς. Στη συνέχεια πήγαμε στο ΚΑΤ, από όπου με έστειλαν στο ΓΝΑ Κοργιαλένειο-Μπενάκιο ΕΕΣ. Εκεί μου έδωσαν τις πρώτες βοήθειες, ενώ τους ζήτησα και ιατρική βεβαίωση-γνωμάτευση, την οποία θα παραλάβω σε μια εβδομάδα και θα σας τη φέρω».
Οταν ρωτήθηκε για ποιο λόγο πιστεύει πως έγινε η επίθεση εναντίον του, ο 34χρονος είπε: «Πιστεύω ότι έγινε μόνο λόγω της καταγωγής μου, επειδή είμαι από το Πακιστάν, και δεν θέλουν να βρίσκομαι στην Ελλάδα. Σε καμιά περίπτωση δεν πιστεύω ότι έγινε για να με ληστέψουν, γιατί είχα τσάντα μαζί μου και δεν τους ένοιαξε να την πάρουν».
Παναγιώτης Σπυρόπουλος
[email protected]
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]