“Το κράτος θα αποτιμήσει γρήγορα την κατάσταση και θα διεξάγει επιχειρήσεις διάσωσης παράλληλα με την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας”, επεσήμανε η χούντα στο Telegram.
Ο επικεφαλής της χούντας Μιν Αούνγκ Χλάινγκ επισκέφθηκε νοσοκομείο της πρωτεύουσας Ναϊπιντάου όπου έχουν διακομιστεί πολλοί τραυματίες, σύμφωνα με δημοσιογράφους του AFP που βρίσκονται στο σημείο.
Σε αυτό το μεγάλο νοσοκομείο έχουν διακομιστεί “πολλά θύματα”, όπως δήλωσε στέλεχός του. Τραυματίες δέχονται τις πρώτες βοήθειες έξω από το τμήμα επειγόντων του νοσοκομείου, με πολλούς να σφαδάζουν από τον πόνο και άλλους να κείτονται ακίνητοι με τους συγγενείς τους στο πλευρό τους.
Στη Ναϊπιντάου πολλοί δρόμοι έχουν υποστεί ζημιές από τον σεισμό, ενώ έχουν πέσει κομμάτια από την οροφή του Εθνικού Μουσείου της Μιανμάρ, σύμφωνα με δημοσιογράφους του AFP.
Στο μεταξύ τουλάχιστον τρεις άνθρωποι σκοτώθηκαν από τη μερική κατάρρευση τεμένους στην πόλη Ταουνγκνού στην επαρχία Μπάγκο, σύμφωνα με δύο αυτόπτες μάρτυρες που μίλησαν στο Reuters.
“Προσευχόμασταν όταν άρχισε ο σεισμός (…) Τρεις πέθαναν επιτόπου”, δήλωσε ο ένας άνδρας.
Η Ινδία είναι έτοιμη να προσφέρει «κάθε δυνατή βοήθεια» στη Μιανμάρ και την Ταϊλάνδη, δήλωσε σήμερα ο πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι μετά τον ισχυρό σεισμό 7,7 βαθμών που έπληξε την Μιανμάρ και έγινε αισθητός και στην Ταϊλάνδη.
“Η Ινδία είναι έτοιμη να προσφέρει κάθε δυνατή βοήθεια. Από αυτή την άποψη, ζήτησα από τις αρχές μας να είναι διαθέσιμες”, έγραψε ο Μόντι στο δίκτυο X σημειώνοντας ότι “προσεύχεται” για “την ασφάλεια και την υγεία όλων”.
Η κατάσταση στην Μπανγκόκ παραμένει σοβαρή μετά τον σφοδρό σεισμό στην Μιανμάρ, αλλά δεν έχει κηρυχθεί κατάσταση έκτακτης ανάγκης στην πρωτεύουσα της Ταϊλάνδης, δήλωσε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ανουτίν Σαρνβιρακούλ.
Ολες οι πτήσεις από και προς την Μπανγκόκ διεξάγονται κανονικά, ανακοίνωσε η υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας της Ταϊλάνδης.
Σαράντα τρία άτομα που εργάζονταν στην κατασκευή ενός ουρανοξύστη είναι αγνοούμενοι μετά τον σεισμό που προκάλεσε την κατάρρευση ενός ατελούς 30όροφου κτιρίου στην Μπανγκόκ, σύμφωνα με τις αρχές της Ταϊλάνδης.
Πενήντα άτομα βρίσκονταν μέσα στο κτίριο κοντά στο πάρκο Τσατούτσακ, το οποίο απέχει εκατοντάδες χιλιόμετρα από το επίκεντρο του σεισμού στη Μιανμάρ.
Επτά άτομα κατάφεραν να διαφύγουν ενώ 43 άτομα παραμένουν παγιδευμένα, ανέφερε το Εθνικό Ινστιτούτο Επείγουσας Ιατρικής σε ανάρτησή του στο Facebook.
«Όταν έφτασα για να ελέγξω την περιοχή, άκουσα ανθρώπους να φωνάζουν για βοήθεια, λέγοντας “βοηθήστε με”», δήλωσε ο αναπληρωτής επικεφαλής της αστυνομίας της περιοχής Μπανγκ Σού, Worapat Sukthai, στο AFP.
Το κτίριο προοριζόταν για κυβερνητικά γραφεία.
Η Μιανμάρ κυβερνάται από στρατιωτική χούντα από το πραξικόπημα του 2021, γεγονός που καθιστά δύσκολη την πρόσβαση σε πληροφορίες. Το κράτος ελέγχει σχεδόν όλα τα τοπικά μέσα ενημέρωσης, όπως ραδιόφωνο, τηλεόραση, έντυπα και διαδικτυακά μέσα.
Το Συμβούλιο Διοίκησης της χώρας αναφέρει ότι ο σεισμός χτύπησε περίπου 20 χιλιόμετρα βόρεια-ανατολικά της Μανταλέι σε βάθος 10 χιλιομέτρων, και ακολούθησαν τρεις μετασεισμοί.
«Μετά το περιστατικό του σεισμού, το Χρηματιστήριο της Ταϊλάνδης ανακοινώνει την άμεση αναστολή όλων των δραστηριοτήτων συναλλαγών», ανέφερε ο διαχειριστής του χρηματιστηρίου στην ιστοσελίδα του.
«Η αναστολή αφορά όλες τις αγορές, συμπεριλαμβανομένων των SET, της Αγοράς Εναλλακτικών Επενδύσεων (MAI) και του Χρηματιστηρίου Συμβολαίων Μελλοντικής Εκπλήρωσης Ταϊλάνδης (TFEX), για την απογευματινή συνεδρίαση της ημέρας.»
Η πρωθυπουργός της Ταϊλάνδης Παετονγκτάρν Σιναουάτρα κήρυξε κατάσταση έκτακτης ανάγκης στην πρωτεύουσα Μπανγκόκ μετά τον ισχυρό σεισμό των 7,7 βαθμών που έπληξε τη γειτονική Μιανμάρ και έγινε αισθητός στη χώρα.
Από την ισχυρή σεισμική δόνηση κατέρρευσε υπό κατασκευή κτίριο 30 ορόφων στο βόρειο τμήμα της Μπανγκόκ, με αποτέλεσμα να παγιδευτούν 43 εργάτες.
Εξάλλου το χρηματιστήριο της Ταϊλάνδης ανέστειλε τη λειτουργία του.
Λίγα λεπτά μετά την αρχική δόνηση των 7,7 βαθμών, ακολούθησε σεισμός μεγέθους 6,4 βαθμών, ανακοίνωσε το Αμερικανικό Γεωλογικό Ινστιτούτο (USGS).
Προς το παρόν οι αρχές της Μιανμάρ δεν έχουν αναφερθεί επισήμως σε ζημιές, αν και Βιρμανός αξιωματούχος δήλωσε ότι υπάρχουν “πολλά θύματα” σε μεγάλο νοσοκομείο της πρωτεύουσας Ναϊπιντάου.
Στέλεχος της πυροσβεστικής υπηρεσίας της χώρας δήλωσε στο Reuters : “Έχουμε ξεκινήσει τις έρευνες και έχουμε βγει στους δρόμους της Γιανγκόν ελέγχοντας για θύματα και ζημιές. Μέχρι στιγμής δεν έχουμε πληροφορίες”.
Στο μεταξύ αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που έκαναν κάτοικοι της Μάνταλεϊ, της πόλης που απέχει περίπου 17 χιλιόμετρα από το επίκεντρο του σεισμού, δείχνουν κτίρια που έχουν καταρρεύσει και συντρίμμια στους δρόμους. Το Reuters δεν ήταν σε θέση να επιβεβαιώσει τις αναρτήσεις αυτές.
Αυτόπτης μάρτυρας δήλωσε: “Τρέξαμε όλοι έξω από το σπίτι όταν άρχισαν να τρέμουν τα πάντα. Είδα ένα πενταώροφο κτίριο να καταρρέει μπροστά στα μάτια μου. Όλοι στην πόλη μου έχουν βγει στους δρόμους και κανείς δεν τολμά να μπει ξανά μέσα στα κτίρια”.
Άλλος αυτόπτης μάρτυρας από τη Μάνταλεϊ, η Χτετ Νάινγκ Οο, είπε στο Reuters ότι ένα τεϊοποτείο στο οποίο βρίσκονταν πολλοί άνθρωποι έχει καταρρεύσει. “Δεν μπορούσαμε να μπούμε μέσα”, εξήγησε. “Η κατάσταση είναι πολύ κακή”.
Τρίτος κάτοικος επεσήμανε ότι ένα τέμενος στην πόλη έχει υποστεί σοβαρές ζημιές.
Η αστυνομία ανακοίνωσε ότι στη Μπανγκόκ κατέρρευσε ένας υπό κατασκευή ουρανοξύστη 30 ορόφων, με αποτέλεσμα τουλάχιστον 43 εργάτες να έχουν παγιδευτεί.
Ο σεισμός είχε εστιακό βάθος 10 χιλιομέτρων και σημειώθηκε περίπου στις 14:20 (τοπική ώρα, 08:20 ώρα Ελλάδας) σε απόσταση περίπου 17 χιλιομέτρων από την πόλη Μάνταλεϊ με περίπου 1,2 εκατομμύριο κατοίκους και 16 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της πόλης Σαγκάινγκ, σύμφωνα με το USGS.
Στην πρωτεύουσα της Μιανμάρ, τη Ναϊπιντάου, δρόμοι έχουν καταστραφεί από τον σεισμό, ενώ έχουν πέσει και οροφές κτιρίων, σύμφωνα με δημοσιογράφους του AFP.
Η ισχυρή δόνηση έγινε αισθητή στη γειτονική Ταϊλάνδη, προκαλώντας σκηνές πανικού στη Μπανγκόκ.
«Άκουσα έναν ήχο την ώρα που κοιμόμουν σπίτι μου, έτρεξα όσο πιο μακριά μπορούσα έξω από το κτίριο με τις πυτζάμες μου», δήλωσε η Νουανγκάι κάτοικος της Τσιάνγκ Μάι, της δεύτερης μεγαλύτερης πόλης της Ταϊλάνδης, δημοφιλή τουριστικό προορισμό γνωστό για τους ναούς του.
Η δόνηση έγινε επίσης αισθητή στο βόρειο και κεντρικό τμήμα της Ταϊλάνδης, ενώ στη Μπανγκόκ έχουν ανασταλεί κάποια δρομολόγια του μετρό.
Η Ταϊλανδή πρωθυπουργός Παετονγκτάρν Σιναουάτρα ανακοίνωσε ότι κάλεσε «έκτακτη συνεδρίαση».
Εξάλλου σεισμικές δονήσεις έγιναν αισθητές στην κινεζική επαρχία Γιουνάν, στο νοτιοδυτικό τμήμα της χώρας, σύμφωνα με την κινεζική σεισμολογική υπηρεσία.
Οι σεισμοί είναι σχετικά συχνοί στη Μιανμάρ, όπου από το 1930 ως το 1956 σημειώθηκαν έξι δονήσεις μεγέθους μεγαλύτερου των 7 βαθμών κοντά στο ρήγμα της Σαγκάινγκ που διατρέχει το κεντρικό τμήμα της χώρας από τον βορρά ως τον νότο.
Το 2016 σεισμός μεγέθους 6,8 βαθμών είχε ταρακουνήσει την παλιά πρωτεύουσα Μπαγκάν, στην κεντρική Μιανμάρ, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 3 άνθρωποι και να καταρρεύσουν τοίχοι σε ναούς σε αυτόν τον τουριστικό προορισμό.
Τον Νοέμβριο του 2012 σεισμός επίσης 6,8 βαθμών έπληξε την κεντρική Μιανμάρ, σκοτώνοντας 26 ανθρώπους και τραυματίζοντας εκατοντάδες άλλους. Οι ελλιπείς υποδομές, οι ανεπαρκείς υπηρεσίες υγείας –κυρίως στις επαρχιακές περιοχές—και η άναρχη δόμηση των αστικών κέντρων έχουν καταστήσει τους κατοίκους της Μιανμάρ ιδιαίτερα ευάλωτους σε περίπτωση φυσικών καταστροφών, σύμφωνα με τους ειδικούς.