Ο Αμαντού Κουμέ έχασε τη ζωή του αφού καθηλώθηκε με κεφαλοκλείδωμα στο έδαφος από αστυνομικούς σε μπαρ και στη συνέχεια τον άφησαν να κείτεται μπρούμυτα έχοντας δεμένα τα χέρια του με χειροπέδες πίσω στην πλάτη του για περισσότερο από έξι λεπτά.
Ο θάνατος του Κουμέ, το όνομα του οποίου έγινε σύνθημα διαμαρτυρίας κατά της αστυνομικής βίας σε ορισμένες κοινότητες, επήλθε ως αποτέλεσμα αργής “μηχανικής ασφυξίας”, σύμφωνα με ιατροδικαστή, βάσει αυτών που κατατέθηκαν στη δίκη που διεξήχθη.
“Το άκουσμα της λέξης ‘ένοχος’ είναι ικανοποιητικό, αλλά η καταδίκη είναι σχετικά επιεικής”, δήλωσε ο Αντί Αρνετόν, δικηγόρος της οικογένειας Κουμέ σε δημοσιογράφους μετά την έκδοση της ετυμηγορίας.
Ο εισαγγελέας είχε ζητήσει την επιβολή ποινής ενός έτους φυλάκισης με αναστολή, θεωρώντας ότι χρησιμοποιήθηκε απαραίτητη και ανάλογη βία για την ακινητοποίηση του Κουμέ, αλλά ότι οι αστυνομικοί έδειξαν αμέλεια αφήνοντάς τον στο έδαφος μπρούμυτα.
Οργανώσεις προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σημειώνουν ότι οι κατηγορίες για βάναυση, ρατσιστική μεταχείριση κατοίκων συχνά από οικογένειες μεταναστών από την γαλλική αστυνομία δεν έχουν συνέπειες, ιδιαίτερα σε υποβαθμισμένα προάστια πόλεων.
Το 2020, την ώρα που οι διαμαρτυρίες κατά των φυλετικών διακρίσεων βρίσκονταν στο απόγειό τους μετά τον θάνατο του Αφροαμερικανού Τζορτζ Φλόιντ κατά την σύλληψή του από αστυνομικούς στις ΗΠΑ, η γαλλική κυβέρνηση δεσμεύτηκε για “μηδενική ανοχή” στον ρατσισμό στις υπηρεσίες επιβολής του νόμου.
Τα συνδικάτα των αστυνομικών αντέδρασαν κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι τους μετατρέπει στον αποδιοπομπαίο τράγο για διαιρέσεις που είναι βαθιά ριζωμένες στη γαλλική κοινωνία.