Η χώρα, όπου μαίνεται ένοπλη σύρραξη για περίπου μια δεκαετία, βρίσκεται αντιμέτωπη σχεδόν κάθε χρόνο με εκτεταμένες πλημμύρες εξαιτίας καταρρακτωδών βροχών, κι η κλιματική αλλαγή έχει επιδεινώσει τη συχνότητα και την ένταση των φαινομένων.
Από τα τέλη Ιουλίου, οι πλημμύρες προκάλεσαν 36 θανάτους στην επαρχία Χοντάιντα, 9 στην επαρχία Ιμπ, 8 στη Μαρίμπ και 7 στην Τάιζ, διευκρίνισε το Γραφείο Συντονισμού Ανθρωπιστικών Υποθέσεων (OCHA) των Ηνωμένων Εθνών χθες.
Τουλάχιστον 600 άνθρωποι τραυματίστηκαν μόνο στις επαρχίες Χοντάιντα και Μαρίμπ, πρόσθεσε το OCHA, ενώ συνολικά 13 άνθρωποι αγνοούνται στη Χοντάιντα και στην Τάιζ.
«Επλήγησαν δημόσιες υποδομές, ανάμεσά τους σχολεία, δρόμοι και δομές υγείας. Το βιος πολλών, που κρεμόταν ήδη από μια κλωστή, παρασύρθηκε από τα νερά», υπογράμμισε το OCHA.
Συνολικά επλήγησαν 38.285 οικογένειες, ή σχεδόν 268.000 άνθρωποι, σύμφωνα με την ίδια πηγή, που σημειώνει ότι «ο συνεχιζόμενος ακραίος καιρός αναμένεται να συνεχιστεί ως τον Σεπτέμβριο»· εκδόθηκαν νέες προειδοποιήσεις «για ισχυρές βροχές», ειδικά στην Ιμπ.
Τα τελευταία χρόνια, η Υεμένη βιώνει επιδείνωση της συχνότητας και της έντασης των βροχοπτώσεων λόγω της κλιματικής αλλαγής, υπογράμμιζαν σε έκθεσή τους το 2023 η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού και της Ερυθράς Ημισελήνου (ΔΕΕΣ) κι ο νορβηγικός Ερυθρός Σταυρός.
Τη χώρα έπληξαν μεγάλες πλημμύρες το 2019, το 2020 και το 2021, εξηγούσαν.
Στην Υεμένη μαίνεται από το 2014 πόλεμος ανάμεσα στους αντάρτες Χούθι και τη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση. Η ένοπλη σύρραξη έχει στοιχίσει τη ζωή σε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους, άμεσα και έμμεσα, κι έχει προκαλέσει μια από τις χειρότερες ανθρωπιστικές κρίσεις στον πλανήτη, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.
Η ένοπλη σύρραξη διεθνοποιήθηκε το 2015, με την επέμβαση στρατιωτικής συμμαχίας υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας, για να υποστηριχθούν τα στρατεύματα της διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης της φτωχότερης χώρας της αραβικής χερσονήσου.
Η επιβίωση του μισού και πλέον πληθυσμού της Υεμένης εξαρτάται από την ανθρωπιστική βοήθεια.