Το «ξεκαθάρισμα» ανάμεσα στον ντε φάκτο αρχηγό του κράτους και επικεφαλής του Μεταβατικού Στρατιωτικού Συμβουλίου, στρατηγό Αμπντέλ Φατάχ αλ-Μπουρχάν, και τον αναπληρωτή του και αρχηγό των παραστρατιωτικών Δυνάμεων Ταχείας Υποστήριξης (RSF), στρατηγό Μοχάμεντ Χαμντάν Νταγκάλο, γνωστό ευρέως ως Χεμέντι, ήταν κατά πολλούς αναπόφευκτο.
Οι στρατηγοί είχαν ήδη δώσει καθαρά δείγματα γραφής ότι δεν διατίθενται πραγματικά να παραδώσουν την εξουσία που συγκέντρωσαν στα χέρια τους μετά την ανατροπή του Ομάρ αλ-Μπασίρ, τον Απρίλιο του 2019, ελέγχοντας πλέον οι ίδιοι στράτευμα και οικονομία στη χώρα που αποτελεί τον τρίτο μεγαλύτερο παραγωγό χρυσού.
Αλ-Μπουρχάν και Χεμέντι «υπηρέτησαν» τον δικτάτορα Αλ-Μπασίρ συνθλίβοντας την εξέγερση στο Νταρφούρ για να στραφούν μία 20ετία μετά μαζί εναντίον του όταν οι Σουδανοί πολίτες βγήκαν μαζικά στους δρόμους με αίτημα και ελπίδα για Δημοκρατία. Έγιναν οι κορυφαίοι στρατηγοί σε μία διάδοχη μεταβατική κυβέρνηση, την οποία οι ίδιοι στη συνέχεια ανέτρεψαν με πραξικόπημα τον Οκτώβριο του 2021, κρατώντας την εξουσία για τους ίδιους. Ντε φάκτο αρχηγός του κράτους ανέλαβε ο Αμπντέλ Φατάχ αλ-Μπουρχάν, με τον Μοχάμεντ Χαμντάν Νταγκάλο «υπαρχηγό» του.
Ήταν η αφετηρία της αντιπαλότητας που έχει δώσει σήμερα τη θέση της στις συγκρούσεις μεταξύ στρατού και RSF που συμπαρασύρουν το Σουδάν σε εμφύλια σύρραξη και γεννούν φόβους για εμπλοκή περιφερειακών δυνάμεων.
Τον περασμένο Δεκέμβριο είχε οριστικοποιηθεί ένα πλαίσιο για την επαναφορά της εξουσίας στα πολιτικά κόμματα, και όταν πλέον η διαπραγμάτευση που λάμβανε χώρα, υπό αμερικανική και βρετανική διαμεσολάβηση, «έπρεπε» να αναδείξει τον στρατηγό με τη μεγαλύτερη υπεροχή, στο πλαίσιο της δρομολογούμενης ενσωμάτωσης των RSF στον σουδανικό στρατό, κανένας δεν έκανε πίσω. Άγνωστο είναι πια πλευρά πάτησε πρώτη τη σκανδάλη, όμως από το Σάββατο, 15 Απριλίου, έχουν σκοτωθεί 270 άνθρωποι και οι τραυματίες ξεπερνούν τους 2.600, ενώ οι συγκρούσεις εξαπλώνονται εκτός Χαρτούμ.
Τηλεφώνημα Σολτς - Πούτιν για την Ουκρανία: Τι είπαν καγκελαρία και Κρεμλίνο
Η Νταλία Μοχάμεντ Αμπντλμονιέμ, πρώην δημοσιογράφος που ζεις το Χαρτούμ, δηλώνει στον ανταποκριτή του Guardian ότι τόσο οι Σουδανοί πολιτικοί, όσο και περιφερειακοί δρώντες, ακολουθούσαν στην πραγματικότητα μία πολιτική κατευνασμού των στρατηγών, αγνοώντας τη βούληση του σουδανικού λαού που δεν τους εμπιστευόταν και αντίθετα ζητούσε να λογοδοτήσουν για τις ωμότητες που έχουν διαπράξει. Το ίδιο θα πει ο Σουδανός πολιτικός αναλυτής, Κολούντ Χάιρ, στους New York Times: «Οι στρατηγοί ουδέποτε λογοδότησαν. Απαγωγές, εξαφανίσεις, δίκες-παρωδία, παράνομες κρατήσεις. Οι διεθνείς [σ.σ. παράγοντες] έκαναν τα στραβά μάτια σε όλα αυτά για χάρη μιας πολιτικής διαδικασίας που τώρα έχει πάει φρικτά στραβά».
Οι δυνάμεις των RSF του Χεμέντι, «μετεξέλιξη» της διαβόητης πολιτοφυλακής «τζαντζαουίντ» που κατηγορήθηκαν για εκστρατεία εθνικής εκκαθάρισης στο Νταρφούρ, ήταν επίσης υπεύθυνες για το θάνατο περισσότερων από 120 διαδηλωτών που επέμειναν να αξιώνουν μία δημοκρατική διακυβέρνηση, δύο μήνες μετά την πτώση του Ομάρ αλ-Μπασίρ το 2019
Ο ανατραπείς δικτάτορας ήταν ο πρώτος εν ενεργεία αρχηγός κράτους σε βάρος του οποίου απαγγέλθηκαν κατηγορίες για διάπραξη εγκλημάτων πολέμου από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ICC). Το αιματοβαμμένο Νταρφούρ ήταν και το πεδίο, όπου …εδραιώθηκε από το 2003 η φιλία και συνεργασία των πολύ διαφορετικών, αλλά εξίσου αδίστακτων, Αλ-Μπουρχάν και Χεμέντι.
Ο 62χρονος τετράστερος στρατηγός Αμπντέλ Φατάχ αλ-Μπουρχάν, εκπαιδευμένος στην Αίγυπτο και την Ιορδανία, έχε διοικήσει στρατεύματα στις εκστρατείες κατά της εξέγερσης του Σουδάν στα νότια και δυτικά της χώρας. Γεννημένος σε ένα χωριό κατά μήκος του Νείλου, ενσαρκώνει την τάξη των αξιωματικών που προέρχονται από τις αραβικές φυλές που κυριαρχούν στο Σουδάν από την ανεξαρτησία του, το 1956. Ο κοντά στην ηλικία των 40 Μοχάμεντ Χαμντάν Νταγκάλο, ευρέως γνωστός ως Χεμέντι, ήταν έμπορος καμηλών που έγινε διοικητής της διαβόητης πολιτοφυλακής «τζαντζαουίντ», μέσω της οποίας αποκτούσε σταθερά πλούτη και επιρροή.
Όταν ο Ομάρ αλ-Μπασίρ έστειλε τον στρατηγό Αλ-Μπουρχάν να καταστείλει την εξέγερση στο Νταρφούρ, εκείνος επέλεξε τον Χεμέντι για να συνδράμει. Ήταν τόσο καλός στη «δουλειά» του που αργότερα τον διόρισε επικεφαλής των νεοσύστατων Δυνάμεων Ταχείας Υποστήριξης. Ο Χεμέντι ανελίχθηκε και πλούτισε μέσω των προσοδοφόρων παραχωρήσεων εξόρυξης χρυσού και της αποστολής χιλιάδων στρατευμάτων για να πολεμήσουν στην Υεμένη, με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα να πληρώνουν αδρά για τις υπηρεσίες του. Ο πρώην πολέμαρχος έχει συνδεθεί με τις προσπάθειες της Ρωσίας να εξάγει τεράστιες ποσότητες χρυσού από το Σουδάν για τη χρηματοδότηση της εισβολής της στην Ουκρανία, και η Μόσχα έχει αναπτύξει μισθοφόρους της Wagner για να ενισχύσει τις επιχειρήσεις του Χεμέντι στο σουδανικό έδαφος.