Το Ανώτατο Δικαστήριο καλείται να αποφανθεί όχι αν ο 61χρονος Γκλόσιπ — για χάρη του οποίου έχουν κινητοποιηθεί προσωπικότητες όπως οι ηθοποιοί Σούζαν Σάραντον και Μαρκ Ράφαλο ή ο δισεκατομμυριούχος Ρίτσαρντ Μπράνσον– είναι αθώος, αλλά αν έγινε σεβαστό το δικαίωμά του σε μια δίκαιη δίκη.
Το 2015 ο πάπας Φραγκίσκος είχε απευθύνει επιστολή στην κυβερνήτρια της συντηρητικής πολιτείας Οκλαχόμα, την Μέρι Φάλιν, με την οποία της ζητούσε να αναβάλει την τότε επικείμενη εκτέλεση του Γκλόσιπ.
Εννέα φορές έχει οριστεί ημερομηνία εκτέλεσης για τον Γκλόσιπ, εκ των οποίων οι τρεις αναβλήθηκαν αφού ήδη είχε πάρει “το τελευταίο του γεύμα”.
Κρίθηκε ένοχος το 2004 επειδή το 1997 προσέλαβε κάποιον για να δολοφονήσει τον Μπάρι Βαν Τρις, ιδιοκτήτη του μοτέλ όπου εργαζόταν ως διευθυντής. Καταδικάστηκε σε θάνατο.
Σύμφωνα με τα δικαστικά έγγραφα, ο Βαν Τρις κατηγορούσε τον Γκλόσιπ για κακοδιαχείριση της επιχείρησης και τον υποπτευόταν ότι υπεξαιρούσε χρήματα.
Ο Γκλόσιπ καταδικάστηκε με βάση την αμφιλεγόμενη κατάθεση του 19χρονου τότε και εθισμένου στη μεθαμφεταμίνη Τζάστιν Σνιντ, εργαζόμενου στο μοτέλ. Αυτός ομολόγησε ότι δολοφόνησε τον Βαν Τρις με μπαστούνι του μπέιζμπολ, αλλά δεν καταδικάστηκε σε θάνατο επειδή δήλωσε ένοχος για τον φόνο και επειδή υπέδειξε στις αρχές τον Γκλόσιπ.
Στη φυλακή ο Σνιντ διαγνώστηκε ότι πάσχει από διπολική διαταραχή και του χορηγήθηκε θεραπεία με λίθιο. Όμως κατά την κατάθεσή του στη δίκη του Γκλόσιπ είπε ψέματα για τα ψυχικά του προβλήματα και διαβεβαίωσε ότι ποτέ δεν ζήτησε βοήθεια ψυχιάτρου. Η εισαγγελέας δεν τον διέψευσε.
Λόγω του γεγονότος αυτού ο γενικός εισαγγελέας της Οκλαχόμα, ο Γκέτνερ Ντράμοντ, κατέληξε ότι η καταδίκη του Γκλόσιπ δεν στέκει πλέον και από κοινού με τους δικηγόρους του ζήτησε από εφετείο της πολιτείας να ακυρώσει την καταδικαστική απόφαση και να ζητήσει τη διεξαγωγή νέας δίκης.
Το εφετείο απέρριψε ομόφωνα την προσφυγή αυτή τον Απρίλιο του 2023. Τότε ο γενικός εισαγγελέας και οι δικηγόροι του Γκλόσιπ προσέφυγαν στο Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο ζήτησε την αναβολή της εκτέλεσής του τον Μάιο και στη συνέχεια δέχθηκε να εξετάσει την υπόθεση.
Οι εννέα δικαστές του Ανώτατου Δικαστηρίου θα πρέπει να αποφασίσουν αν οι εισαγγελείς που χειρίστηκαν την υπόθεση παραβίασαν θεμελιώδη δικαιώματα του κατηγορούμενου, κάτι που θα οδηγήσει στην ακύρωση της καταδίκης του και στη διεξαγωγή νέας δίκης.
“Από τη στιγμή που η αξιοπιστία του Σνιντ ήταν μάλλον αποφασιστικής σημασίας για να καταλήξει (το δικαστήριο) στην ενοχή ή την αθωότητα του Γκλόσιπ, η απόκρυψη από την πλευρά της κατηγορούσας αρχής πληροφοριών που θα μπορούσαν να αμφισβητήσουν την κατάθεσή του (…) στέρησε από τον Γκλόσιπ το δικαίωμα σε μια δίκαιη δίκη”, τονίζουν οι δικηγόροι του στην προσφυγή τους προς το Ανώτατο Δικαστήριο.
Ο γενικός εισαγγελέας Ντράμοντ από την πλευρά του επικρίνει την απόφαση του εφετείου της Οκλαχόμα.
“Εφόσον η κατηγορούσα αρχή παίρνει την εξαιρετική απόφαση να παραδεχθεί ένα λάθος σε ποινική υπόθεση, τα δικαστήρια έχουν υποχρέωση να λαμβάνουν σοβαρά υπόψη αυτή την παραδοχή”, “κυρίως σε υποθέσεις που αφορούν την εσχάτη των ποινών”, αναφέρει.
Καθώς δεν υπήρχε νομική εκπροσώπηση για να υπερασπιστεί την καταδίκη του Γκλόσιπ, το Ανώτατο Δικαστήριο διόρισε τον δικηγόρο Κρίστοφερ Μάικλ, που εργάζεται στο γραφείο του δικαστή του Ανώτατου Δικαστηρίου Τζον Ρόμπερτς, για να επιχειρηματολογήσει.
Πρόκειται για μια όχι και τόσο συνηθισμένη πρακτική, την οποία κατήγγειλε ο Ντέβιντ Κόουλ, νομικός διευθυντής της οργάνωσης προάσπισης των πολιτικών δικαιωμάτων ACLU.
“Είναι μια ιδιαίτερη υπόθεση, στην οποία τόσο η κατηγορούσα αρχή όσο και η υπεράσπιση θεωρούν ότι ο άνδρας αυτός δεν πρέπει να εκτελεστεί. Και παρά ταύτα πρέπει να φτάσουν ως το Ανώτατο Δικαστήριο”, σχολίασε.
Από την πλευρά του ο Κρίστοφερ Μάικλ διαβεβαιώνει ότι οι αποδείξεις για την ενοχή του Γκλόσιπ είναι “πειστικές” και ότι το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ δεν είναι αρμόδιο για να ακυρώσει την οριστική απόφαση της δικαιοσύνης της Οκλαχόμα.
Ειδήσεις σήμερα
Θεσσαλονίκη: Τέλη 2025 ανοίγει πόρτες το Mουσείο Eυρημάτων Mετρό
Διάλογος Μπακογιάννη – Πολάκη για ΣΥΡΙΖΑ: «Τέτοιο χάλι δεν έχω ξαναδεί τόσα χρόνια»