Τον Μάρτιο του 2018 η πριγκίπισσα Λατίφα, κόρη του σεΐχη Μοχάμεντ μπεν Ρασίντ αλ Μακτούμ, επιχείρησε να φύγει με ένα γιοτ από τα Εμιράτα, μαζί με την Τιίνα Γιαουχιάινεν, την προπονήτριά της στην καποέιρα. Όμως τη νύχτα της 4ης προς την 5η Μαρτίου, το σκάφος τους εντοπίστηκε από το Πολεμικό Ναυτικό της Ινδίας και ρυμουλκήθηκε πίσω στα Εμιράτα.
Η Γιαουχιάινεν υποστηρίζει ότι «συνελήφθη αυθαίρετα και βασανίστηκε από τις δυνάμεις ασφαλείας των Εμιράτων που συνεργάζονταν με το ινδικό Πολεμικό Ναυτικό». Υποστηρίζει επίσης ότι υποβλήθηκε σε πολύωρες ανακρίσεις, χωρίς την παρουσία δικηγόρου, και υποχρεώθηκε να υπογράψει μια ομολογία από τις αρχές των Εμιράτων που την κατηγορούσαν για την «απαγωγή» της πριγκίπισσας.
«Σήμερα αρχίζω τον αγώνα μου για δικαιοσύνη, για όσα υπέφερα ενώ προσπαθούσα να βοηθήσω τη φίλη μου τη Λατίφα» έγραψε στο Twitter.
«Οι δικηγόροι μου υπέβαλαν μήνυση στη Γερμανία, ζητώντας από την εισαγγελία να ερευνήσει ποιος ευθύνεται, συμπεριλαμβανομένου και του κυβερνήτη του Ντουμπάι και του αρχηγού της Ιντερπόλ, του (Άχμεντ Νάσερ) αλ Ραΐσι», πρόσθεσε.
Μια δικηγόρος της Φινλανδής προπονήτριας, η Ελίζαμπετ Μπάιερ, είπε ότι η μήνυση βασίζεται στην αρχή της διεθνούς δικαστικής δικαιοδοσίας, που επιτρέπει στις δικαστικές αρχές ενός κράτους να ασκήσουν διώξεις στους δράστες εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, εγκλημάτων πολέμου και γενοκτονίας, όπου και αν διαπράχθηκαν αυτά. «Ελπίζουμε ότι η γερμανική νομοθεσία θα συμβάλει στην προστασία των θυμάτων βασανιστηρίων και θα τους επιτρέπει να δικαιωθούν, κλείνοντας τις πόρτες της Γερμανίας σε εκείνους που διέπραξαν» αυτά τα εγκλήματα, πρόσθεσε.
Ζελένσκι: «Νομίζω ότι ο Πούτιν είναι τρελός - Του αρέσει να σκοτώνει»
Η ομοσπονδιακή εισαγγελία δεν ήταν σε θέση να επιβεβαιώσει αν παρέλαβε τη μήνυση.
Η πριγκίπισσα Λατίφα ανέφερε τον περασμένο Φεβρουάριο, σε μια ανακοίνωση που είδε το Γαλλικό Πρακτορείο, ότι είναι «πολύ καλά» και ζήτησε από τα μέσα ενημέρωσης να σεβαστούν την ιδιωτική ζωή της.
Το Ανώτατο Δικαστήριο του Λονδίνου, στο οποίο προσέφυγε η έκτη σύζυγος του κυβερνήτη του Ντουμπάι αφού κατέφυγε στη βρετανική πρωτεύουσα, το 2019, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Μοχάμεντ μπεν Ρασίντ αλ Μακτούμ «επιδείκνυε σταθερά εξαναγκαστική και χειριστική συμπεριφορά απέναντι στα μέλη της οικογένειάς του που θεωρεί ότι ενεργούσαν αντίθετα με τη θέλησή του». Η γαλλική δικαιοσύνη από την πλευρά της ξεκίνησε έρευνα στα τέλη Μαρτίου σε βάρος του επικεφαλής της Ιντερπόλ, που κατάγεται από τα ΗΑΕ, για «συνέργεια σε βασανιστήρια», μετά τις καταγγελίες που υπέβαλαν δύο Βρετανίδες.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ