Με αυτόν, ωστόσο, τον τρόπο μπορεί να αποσταθεροποιηθεί, ανοίγοντας τον δρόμο για πρόωρες εκλογές. Σε ομιλία του στις 10 Νοεμβρίου, ο πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής, Μαχμούντ Αμπάς, είπε ότι η Παλαιστινιακή Αρχή ενδέχεται να αναλάβει τις κυβερνητικές ευθύνες της Λωρίδας της Γάζας μόλις ο ισραηλινός στρατός απομακρύνει τη Χαμάς από την εξουσία, αλλά μόνο εάν το Ισραήλ δεσμευτεί σε μια ειρηνευτική διαδικασία που θα ίδρυε κράτος με βάση τα σύνορα του 1967 και με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ.
Ηταν η πρώτη φορά μετά την 7η Οκτωβρίου που ο Αμπάς είπε ρητά ότι η Παλαιστινιακή Αρχή μπορεί να αναλάβει κυβερνητικό ρόλο στη Λωρίδα. Οι δηλώσεις του έρχονται λίγες μέρες αφότου ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, Μπέντζαμιν Νετανιάχου, προκάλεσε διπλωματικές αντιδράσεις, λέγοντας ότι η χώρα του μπορεί να ανακαταλάβει μόνιμα την περιοχή. Αν και δεν υπήρξε άμεση αντίδραση ούτε από τις ΗΠΑ ούτε από το Ισραήλ στην ομιλία του Αμπάς, Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης αναφέρουν ότι η Ουάσιγκτον διερευνά ενεργά τρόπους για να επαναφέρει την Παλαιστινιακή Αρχή στη Λωρίδα της Γάζας.
Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ της Παλαιστινιακής Αρχής είναι το πιο βιώσιμο σχέδιο για τη Λωρίδα της Γάζας. Μπορεί να στερείται πολιτικής νομιμότητας μεταξύ των απλών Παλαιστινίων, αλλά οι δυνάμεις ασφαλείας της παραμένουν σχετικά αποτελεσματικές στη Δυτική Οχθη και πολλοί από τους βασικούς θεσμούς της, όπως η προεδρία, εκτελούν τις βασικές λειτουργίες τους. Στο μεταξύ, άλλα πιθανά σχέδια αντιμετωπίζουν δύσκολους περιορισμούς σε επίπεδο ασφαλείας, διπλωματικό ή πολιτικό. Μέχρι στιγμής, δημοσιεύματα αναφέρουν ότι οι ΗΠΑ, το Ισραήλ και άλλες περιφερειακές δυνάμεις έχουν διερευνήσει τη δυνατότητα μιας κοινής περιφερειακής δύναμης ασφαλείας στη Γάζα και μιας πιθανής ειρηνευτικής δύναμης, πιθανώς υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών.
Ωστόσο, η προοπτική μιας διεθνούς δύναμης ασφαλείας αντιμετωπίζει ήδη διπλωματικά εμπόδια. Στις 9 Νοεμβρίου, ο πρόεδρος της Αιγύπτου, Αμπντέλ Φατάχ αλ-Σίσι, δήλωσε ότι η χώρα του δεν θα λάβει μέρος σε μια περιφερειακή δύναμη ασφαλείας στη Γάζα. Και ενώ ο Τούρκος πρόεδρος, Ταγίπ Ερντογάν, έχει πει ότι θα υποστήριζε την ανάπτυξη Τούρκων ειρηνευτικών δυνάμεων στη Λωρίδα, δεν είναι σαφές πως μια τέτοια δύναμη θα λειτουργούσε μπροστά σε μια πιθανή έξαρση βίας. Επιπρόσθετα, οι ειρηνευτικές αποστολές των Ηνωμένων Εθνών είχαν μια περιστασιακή επιτυχία στην περιοχή, ιδιαίτερα ως προς τη διατήρηση της ειρήνης μεταξύ του Ισραήλ και των μαχητών.
Επιστροφή Ντόναλντ Τραμπ: Η εκλογή του φέρνει νέες διενέξεις στη Μέση Ανατολή
Από την ανάπτυξή τους το 1978, η Προσωρινή Δύναμη των Ηνωμένων Εθνών για τον Λίβανο (UNIFIL), για παράδειγμα, αποτυγχάνει συνεχώς να αποτρέψει τη βία μεταξύ των Ισραηλινών Αμυντικών Δυνάμεων (IDF) και της υποστηριζόμενης από το Ιράν λιβανέζικης μαχητικής οργάνωσης Χεζμπολάχ. Τέλος, μια μόνιμη ισραηλινή κατοχή της Λωρίδας θα απαιτούσε αρκετά μεγάλο αριθμό στρατευμάτων για να διατηρήσουν τον έλεγχο των 2,1 εκατομμυρίων Παλαιστινίων που ζουν εκεί.
Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ Νετανιάχου πιθανότατα θα δυσκολευτεί να ανταποκριθεί στις εσωτερικές και διεθνείς απαιτήσεις για την επιστροφή της Παλαιστινιακής Αρχής στη διακυβέρνηση της Γάζας, κυρίως λόγω της μεγάλης εξάρτησής της από ακροδεξιές φατρίες. Με μόνο 64 έδρες στην Κνεσέτ των 120 εδρών, η μικρή πλειοψηφία της κυβέρνησης Νετανιάχου την κάνει να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη στήριξη των ακροδεξιών μελών της, συμπεριλαμβανομένου του Θρησκευτικού Σιωνισμού και του Otzma Yehudit.
Οι ηγέτες αυτών των δύο κομμάτων (Bezalel Smotrich και Itamar Ben-Gvir, αντίστοιχα) πίεσαν πολύ για επέκταση των εποικισμών στη Δυτική Οχθη. Επίσης, τάσσονται υπέρ της εκδίωξης των Παλαιστινίων από τη Γάζα, ώστε η περιοχή να επανεγκατασταθεί από Εβραίους εποίκους, κάτι που θα καταστήσει αδύνατη τη συμφωνία με τους όρους της Παλαιστινιακής Αρχής για την εκ νέου ανάληψη του ελέγχου της Λωρίδας της Γάζας μόλις τελειώσει ο πόλεμος. Οι Smotrich και Ben-Gvir έχουν εκφράσει την περιφρόνησή τους για τη διεθνή αντίδραση σε ό,τι αφορά την επέκταση των ισραηλινών εποικισμών στα παλαιστινιακά εδάφη. Επομένως, είναι απίθανο να παραιτηθούν από τις θέσεις τους εν μέσω νέων πιέσεων για επίτευξη συμφωνίας με την Παλαιστινιακή Αρχή για το πολιτικό μέλλον της Γάζας.
Η ΑΝΑΓΚΗ της κυβέρνησης Νετανιάχου να κατευνάσει την Ακροδεξιά πιθανότατα θα αναγκάσει το Ισραήλ να ξανακαταλάβει τη Λωρίδα της Γάζας για κάποιο χρονικό διάστημα μόλις τελειώσει ο πόλεμος, κάτι που δεν θα είναι αρεστό στο Ισραήλ. Η πλειονότητα των Ισραηλινών πολιτών και νομοθετών δεν επιθυμεί την ανακατάληψη της Γάζας, λόγω του στρατιωτικού, οικονομικού και διπλωματικού κόστους που συνεπάγεται αυτό. Πράγματι, πριν από τον σημερινό πόλεμο, μόνο δεξιοί και ακροδεξιοί πολιτικοί (όπως ο Smotrich και ο Ben-Gvir) υποστήριζαν την εκ νέου κατάληψη της Λωρίδας. Ωστόσο, εν μέσω πίεσης από τις ακροδεξιές φατρίες της, η κυβέρνηση Νετανιάχου δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να επιδιώξει μια τέτοια κίνηση μετά τον πόλεμο, η οποία πιθανότατα θα περιλαμβάνει εκτεταμένη στρατιωτική παρουσία με υψηλές ισραηλινές απώλειες. Το αυξανόμενο κόστος μιας τέτοιας κίνησης πιθανότατα θα πυροδοτήσει εσωτερικές αντιδράσεις, ωθώντας τους Ισραηλινούς νομοθέτες να απαιτήσουν από την κυβέρνηση να βρει μια στρατηγική εξόδου. Ωστόσο, χωρίς διεθνή επιλογή, η ικανότητα του Ισραήλ να αποσυρθεί από τη Γάζα θα στηριζόταν στο ότι η Παλαιστινιακή Αρχή θα αναλάβει τουλάχιστον ορισμένες ευθύνες ως προς την ασφάλεια, αφήνοντας και πάλι την κυβέρνηση Νετανιάχου σε δύσκολη θέση απέναντι στα ακροδεξιά μέλη της.
ΕΑΝ Η ΙΣΡΑΗΛΙΝΗ κυβέρνηση αρνηθεί να βρει τρόπο να επαναφέρει την Παλαιστινιακή Αρχή στη Λωρίδα, η αυξανόμενη πολιτική αντίδραση θα μπορούσε, τελικά, να ωθήσει ορισμένους κεντροδεξιούς βουλευτές να εγκαταλείψουν τον συνασπισμό, οδηγώντας σε πρόωρες εκλογές. Αντίθετα, εάν ο Νετανιάχου καταλήξει σε συμφωνία με την Παλαιστινιακή Αρχή, θα μπορούσαν επίσης να προκληθούν εκλογές, πιέζοντας τους ακροδεξιούς βουλευτές να αποχωρήσουν από την κυβέρνησή του. Ορισμένα μέλη του κόμματος Likud του Νετανιάχου ανησυχούν ήδη για το πολιτικό τους μέλλον, δεδομένης της αντιδημοφιλίας της κυβέρνησης λόγω της αποτυχίας της να εντοπίσει την επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου.
Οι βουλευτές του Likud πιθανότατα θα αναζητήσουν κεντροδεξιά πρόσωπα, όπως ο υπ. Αμυνας Yoav Gallant, για καθοδήγηση σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης αυτών των προκλήσεων. Στο μεταξύ, ο Gallant πιθανότατα θα αντιταχθεί σε μια μόνιμη κατάληψη της Λωρίδας της Γάζας. Ο ίδιος ή μέλη σαν αυτόν μπορεί να αποφασίσουν να αποχωρήσουν από την κυβέρνηση εάν αυτή η προοπτική φανεί πιθανή. Ωστόσο, εάν ο Νετανιάχου αποφασίσει να κατευνάσει τη διεθνή γνώμη και να ξεκινήσει συνομιλίες με την Παλαιστινιακή Αρχή σχετικά με τη διακυβέρνηση της Γάζας, η Ακροδεξιά μπορεί να αποφασίσει να εγκαταλείψει τον συνασπισμό του για να καταρρεύσει την κυβέρνηση και να αναγκάσει τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών, σε μια προσπάθεια να υπονομεύσει αυτές τις συνομιλίες και να δει αν μπορεί να φέρει στην εξουσία μια άλλη δεξιά κυβέρνηση που θα δεσμευόταν την απόρριψη της λύσης των δύο κρατών.