Το τεστ αυτό, που επιτρέπει να βγαίνει αποτέλεσμα σε 5 λεπτά αν είναι θετικό και σε 13 λεπτά αν είναι αρνητικό, συγκρίθηκε με άλλη, αρκετά πιο βραδεία διαγνωστική μέθοδο. Όταν το δείγμα για το γρήγορο τεστ είχε τοποθετηθεί σε μέσο καλλιέργειας (υγρό σε φιαλίδιο μεταφοράς στο εργαστήριο), το αποτέλεσμα ήταν λαθεμένα αρνητικό στο ένα τρίτο των περιπτώσεων. Το ποσοστό των λαθεμένων αποτελεσμάτων ανέβηκε στο 48% όταν ο στυλεός με το δείγμα παρέμενε στεγνός, όταν δηλαδή ακολουθείτο η μέθοδος που συστήνουν τα εργαστήρια Άμποτ.
Οι ερευνητές του NYU προχώρησαν στην προδημοσίευση των αποτελεσμάτων της μελέτης στον δημόσιο ιστότοπο biorxiv.org, στον οποίο χιλιάδες ερευνητές μεταφορτώνουν τις έρευνές τους εν αναμονή επιστημονικής αξιολόγησης (peer review).
Το ιατρικό κέντρο του NYU ήθελε να επαληθεύσει την ακρίβεια αυτού του νέου τεστ, που επιτρέπει πολύ ταχύτερη εξέταση ασθενών που φθάνουν στα επείγοντα νοσοκομείων και υπάρχουν φόβοι πως έχουν μολυνθεί από τον SARS-CoV-2. Το πλεονέκτημά του είναι ότι ολοκληρώνεται επιτόπου, με την αξιοποίηση ενός συγκριτικά μικρού μηχανήματος που αποκαλείται ID Now, χωρίς να χρειάζεται τα δείγματα να μεταφερθούν σε εργαστήριο.
Την επίθεση στο Μαγδεμβούργο καταδικάζει ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος
Το μοριακό τεστ (PCR) του φαρμακευτικού ομίλου Roche δίνει αποτελέσματα σε τρεισήμισι ώρες, ενώ αυτό της Cepheid σε 45 λεπτά. Για να εντοπιστεί η παρουσία του ιού σε ένα δείγμα (ρινικό, ρινοφαρυγγικό ή στοματοφαρυγγικό) τα τεστ αυτά τείνουν να «αντιγράφουν» σε πιο μεγάλη κλίμακα το αρχικό δείγμα ώστε να εντοπίζουν ευκολότερα τον ιό.
Αποδεικνύεται πως το τεστ της Άμποτ είναι σχετικά αξιόπιστο όταν το δείγμα είναι θετικό, όμως η αξιοπιστία του μειώνεται γρήγορα όταν η ποσότητα του ιού στο δείγμα είναι μικρότερη.
Το αυξημένο επίπεδο ψευδώς αρνητικών αποτελεσμάτων «καθιστά αυτή την τεχνολογία απαράδεκτη στο κλινικό μας περιβάλλον», κρίνουν οι συγγραφείς της μελέτης.
Την 30ή Μαρτίου, ο αμερικανός πρόεδρος είχε παρουσιάσει προσωπικά το τεστ και το μηχάνημα των εργαστηρίων Άμποτ.
Ερωτηθείς για τη μελέτη, εκπρόσωπος της Άμποτ υποστήριξη πως τα ευρήματα δεν είναι «συνεπή» με εκείνα που προέκυψαν από άλλες. Άλλες έρευνες, διαβεβαίωσε, έδειξαν ότι «το ποσοστό των ψευδώς αρνητικών αποτελεσμάτων (…) είναι 0,02%», χωρίς να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες. Ο ίδιος αμφισβήτησε το «εάν και καρά πόσον ακολουθήθηκε η σωστή διαδικασία χρήσης του τεστ» σε αυτή τη μελέτη.