Η αστυνομική έρευνα επέτρεψε χθες να ριχθεί φως στην προσωπικότητα –αν και όχι ακόμη στα κίνητρα– του Ραχάμι. Ο πατέρας του 28χρονου είχε καταγγείλει πριν από δύο χρόνια στην αστυνομία ότι ο γιος του ήταν τρομοκράτης. Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζει σε χθεσινό δημοσίευμά της η εφημερίδα New York Times. Η εφημερίδα, που επικαλείται δύο υψηλόβαθμα στελέχη των υπηρεσιών επιβολής της τάξης, γράφει ότι το 2014 ο Αχμαντ Χαν Ραχάμι είχε συλληφθεί έπειτα από μια οικογενειακή διένεξη και κατηγορήθηκε ότι μαχαίρωσε τον αδελφό του. Τότε, ο πατέρας του είπε στην αστυνομία ότι ο Αχμάντ ήταν τρομοκράτης. Ο ύποπτος γεννήθηκε στην Κανταχάρ του Αφγανιστάν και μετέβη με την οικογένειά του στις ΗΠΑ ενόσω ήταν ακόμη παιδί. Ορκίστηκε Αμερικανός υπήκοος και ζούσε με τους δικούς του σε διαμέρισμα πάνω από την οικογενειακή επιχείρηση –εστιατόριο– στην κωμόπολη Ελίζαμπεθ του Νιου Τζέρσεϊ.
Σύμφωνα με τις Αρχές, ο Ραχάμι ταξίδεψε το 2011 για τρεις μήνες στο Αφγανιστάν, ενώ το 2013 έμεινε έναν χρόνο στην Κουέτα του Πακιστάν. Εκεί φέρεται να παντρεύτηκε Πακιστανή υπήκοο.
ΗΠΑ: Ο Τραμπ θα διορίσει τη σύζυγο του συμβούλου του, μέλος της επιτροπής του Μασκ
Ο πατέρας του είχε διηγηθεί σε πελάτες του ότι είχε πολεμήσει στο πλευρό των Αφγανών μουτζαχεντίν εναντίον του σοβιετικού στρατού τη δεκαετία του 1980. Ο 27χρονος Φλι Τζόουνς περιέγραψε στους «Τάιμς της Νέας Υόρκης» πως πατέρας και γιος Ραχάμι ήταν ιδιαίτερα φιλικοί. Το 2013, όμως, ο Ραχάμι –πάντα σύμφωνα με τον Τζόουνς– επέστρεψε από το Πακιστάν έχοντας αλλάξει πολύ. «Ηταν σαν να επρόκειτο για εντελώς διαφορετικό άνθρωπο. Εγινε πολύ σοβαρός και απόμακρος», λέει ο Φλι Τζόουνς.
Ο Ραχάμι είχε αποκτήσει κόρη εκτός γάμου με συμμαθήτριά του στο λύκειο, ενώ οι φίλοι του της εποχής εκείνης τον περιγράφουν ως έναν τυπικό Αμερικανό έφηβο, με αδυναμία στα κορίτσια και στα αυτοκίνητα. Μετά την επιστροφή του από το Πακιστάν το 2014, όμως, ο Ραχάμι άφησε γενειάδα και άρχισε να φορά «σαλβάρ καμίζ», την παραδοσιακή ανδρική ενδυμασία του Αφγανιστάν.
Το ιστορικό του συλληφθέντος με τις Αρχές δημοσιοποίησε χθες η αστυνομία του Νιου Τζέρσεϊ. Το 2014, ο Ραχάμι συνελήφθη για παράνομη οπλοκατοχή και σωματικές βλάβες, έχοντας μαχαιρώσει στο πόδι συγγενή του ύστερα από οικογενειακή διένεξη, για να παραμείνει τρεις μήνες προφυλακισμένος. Η εισαγγελία, όμως, αποφάσισε να μην ασκήσει δίωξη εναντίον του. Τον Φεβρουάριο του 2012, ο Ραχάμι είχε κρατηθεί μία νύχτα από την αστυνομία, για παραβίαση περιοριστικών μέτρων.
Η εξονυχιστική έρευνα αποκάλυψε επίσης την τεταμένη σχέση της οικογένειας των Αφγανών μεταναστών με πολλούς κατοίκους του Ελίζαμπεθ. Τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του εστιατορίου της οικογένειας Ραχάμι, η επιχείρηση παρέμενε ανοικτή όλο το 24ωρο, προκαλώντας την ενόχληση των περιοίκων, λόγω της φασαρίας. Οι καταγγελίες των γειτόνων οδήγησαν την τοπική αστυνομία να προβεί σε πολυάριθμες συστάσεις, με δύο αδελφούς του Ραχάμι να συλλαμβάνονται το 2010 για άρνηση συμμόρφωσης προς τις υποδείξεις των Αρχών. Το 2011, ο πατέρας του Ραχάμι κατέθεσε αγωγή στα ομοσπονδιακά δικαστήρια κατά του Δήμου του Ελίζαμπεθ, της τοπικής αστυνομικής διεύθυνσης, εννέα αστυνομικών και κάποιων περιοίκων, υποστηρίζοντας ότι η οικογένεια είχε πέσει θύμα εκστρατείας εκφοβισμού και αντιποίνων. Η υπόθεση αυτή εκκρεμοδικεί. Στην αγωγή, ο πατέρας Ραχάμι υποστηρίζει ότι ένας από τους γείτονες της οικογένειας τους είπε ότι «οι μουσουλμάνοι δημιουργούν πολλά προβλήματα στη χώρα» και ότι «οι μουσουλμάνοι δεν έπρεπε να έχουν επιχειρήσεις στις ΗΠΑ».