Οι άνθρωποι αυτοί, που εξήγησαν ότι φεύγουν για να σωθούν από τους πολέμους των συμμοριών και την ενδημική φτώχεια, συγκεντρώθηκαν σε μια πλατεία στο δυτικό τμήμα της πρωτεύουσας, του Σαν Σαλβαδόρ, πριν επιβιβαστούν σε τρία λεωφορεία για να μεταβούν 66 χιλιόμετρα από εκεί, στην πόλη Σονσονάτε, διαπίστωσε δημοσιογράφος του Γαλλικού Πρακτορείου.
Κατόπιν πέρασαν στην επικράτεια της Γουατεμάλας, από την οποία θέλουν να διέλθουν προς βορρά.
Ανάμεσα στους μετανάστες ήταν πολλές οικογένειες, με παιδιά κουκουλωμένα με ζεστά ρούχα και με σακίδια πλάτης.
Άσμα αλ Άσαντ: Η σύζυγος του Μπασάρ Αλ Άσαντ καταθέτει αίτηση διαζυγίου
«Η αλήθεια είναι ότι δεν έχω επιλογή. Δεν θέλω να φύγω, αλλά τι να κάνω εδώ, μόνη με δύο παιδιά; Δεν έχω καμιά βοήθεια από κανέναν. Και οι συμμορίες μας απειλούν. Καλύτερα να φύγουμε», εξήγησε η Σεσίλια Μπονίγια, 36 ετών, που εγκατέλειψε το μικρό σπίτι όπου έμενε σε μια φτωχή συνοικία όπου η βία των συμμοριών αποτελεί γάγγραινα, μαζί με τους δύο της γιους, τον Στίβεν, 5 ετών, και τον Ντανιέλ, 13 ετών.
Τη 13η Οκτωβρίου, χιλιάδες πολίτες της Ονδούρας σχημάτισαν ένα καραβάνι και αναχώρησαν από την πόλη Σαν Πέδρο Σούλα με την ελπίδα ότι θα καταφέρουν να φθάσουν στις ΗΠΑ.
Οι περισσότεροι βρίσκονται πλέον στην Τιχουάνα, μια μεξικανική πόλη στα σύνορα• οι πιθανότητες να τους επιτραπεί να εισέλθουν στην αμερικανική επικράτεια είναι ελάχιστες. Εκατοντάδες άλλοι μετανάστες, κυρίως από το Σαλβαδόρ, πήραν τον ίδιο δρόμο.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]