Πεπεισμένη ότι η Βρετανία θα υποβάλει αίτημα αποχώρησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση, μετά την εκλογή νέου Πρωθυπουργού και ότι δεν θα υπάρξει νέο δημοψήφισμα, εμφανίστηκε η Καγκελάριος της Γερμανίας ‘Ανγκελα Μέρκελ, απέρριψε ωστόσο τον ισχυρισμό ότι ήταν η πολιτική λιτότητας που οδήγησε τους Βρετανούς στην επιλογή του Brexit. Στην διάρκεια αποψινής της συνέντευξης υπεραμύνθηκε ακόμη της προσφυγικής πολιτικής της, ενώ παραδέχθηκε ότι κατά τη συνάντησή της με τον Ταγίπ Ερντογάν δεν υπήρξε συμφωνία σε ό,τι αφορά την απαγόρευση επίσκεψης γερμανών βουλευτών στην βάση του Ιντσιρλίκ.
«Ασχολoύμαι με την πραγματικότητα και θεωρώ βέβαιο ότι το αίτημα θα υποβληθεί. Θέλουν να το υποβάλουν όταν θα έχουν μια νέα Πρωθυπουργό, όταν αυτό θα είναι δυνατό (…) Είναι τώρα θέμα των Βρετανών να καταστρώσουν ένα σχέδιο για το πώς θέλουν να προχωρήσουν», δήλωσε η κυρία Μέρκελ αναφερόμενη στο Brexit, στην καθιερωμένη «θερινή συνέντευξή» της που παραχώρησε απόψε στο δεύτερο κανάλι της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ZDF. Κληθείσα να σχολιάσει τους επικριτές της που εκτιμούν ότι η πολιτική λιτότητας που επιβάλλει η Γερμανία οδήγησε στην απογοήτευση των πολιτών για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στην απόφαση των Βρετανών για Brexit, η Καγκελάριος απέρριψε τον ισχυρισμό, τονίζοντας ότι «ασφαλώς και χρειαζόμαστε δημοσιονομική σταθερότητα» και ότι στην Μεγάλη Βρετανία ρόλο έπαιξε κυρίως η ελευθερία μετακίνησης του εργατικού δυναμικού και όχι η πολιτική λιτότητας. «Διότι εκεί ήταν επιφυλακτικοί σε ό,τι αφορά την ελευθερία κίνησης», είπε η Καγκελάριος, επισημαίνοντας ταυτόχρονα ότι η Μ. Βρετανία δεν είναι η χώρα με την υψηλότερη ανεργία νέων στην Ευρώπη.
Σε ό,τι αφορά την προσφυγική κρίση, η ‘Μέρκελ επανέλαβε ότι η Ευρώπη πρέπει να κάνει κάτι για τους χιλιάδες πρόσφυγες που πεθαίνουν κυρίως στην Μεσόγειο. «Δεν μπορούμε να περιμένουμε από τους ανθρώπους να έρχονται υπό άθλιες συνήθειες και εκατοντάδες – και στη Μεσόγειο χιλιάδες – να χάνουν τη ζωή τους», δήλωσε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε ότι «πρέπει να σταματήσουμε την παράνομη μετανάστευση» και να διασφαλίσουμε τα εξωτερικά σύνορα. Υποστήριξε δε ότι η γερμανική πολιτική στην προσφυγική κρίση παραμένει σωστή και ανέφερε ότι η βρέθηκε ενώπιον αποφάσεων, σε σχέση με το αν έπρεπε να αφεθεί η Ελλάδα μόνη ή αν θα έπρεπε να επιτραπεί στην Ουγγαρία να κακομεταχειρίζεται τους πρόσφυγες.
Η κυρία Μέρκελ ρωτήθηκε ακόμη σχετικά με την απόφαση της τουρκικής κυβέρνησης να απαγορεύσει σε Γερμανούς βουλευτές να επισκεφθούν την στρατιωτική βάση του Ιντσιρλίκ, για να παραδεχτεί ότι η συνάντηση που είχε με τον Τούρκο Πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν στο περιθώριο της Συνόδου του ΝΑΤΟ στην Βαρσοβία, δεν έφερε αποτέλεσμα. «Πρέπει να γίνει περαιτέρω επεξεργασία», δήλωσε, απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το αν τίθεται ζήτημα αποχώρησης των Γερμανών στρατιωτών από εκεί. «Είναι απαραίτητο οι βουλευτές μας να μπορούν να επισκεφθούν το Ιντσιρλίκ, να μπορούν να επισκεφθούν τους στρατιώτες μας», δήλωσε, τόνισε πάντως ότι «δεν είναι η πρώτη φορά στην πολιτική που μια πρώτη συζήτηση δεν αρκεί».
Ερωτώμενη για τα προσωπικά της σχέδια σε ό,τι αφορά τη διεκδίκηση και τέταρτης θητείας στις εκλογές του 2017, η Καγκελάριος απέφυγε να απαντήσει και περιορίστηκε να πει: «Θα ειπωθεί ό,τι είναι απαραίτητο, όταν θα είναι απαραίτητο».
Σχετικά με τον υποψήφιο διάδοχο του Ομοσπονδιακού Προέδρου Γιοάχιμ Γκάουκ, του οποίου η θητεία ολοκληρώνεται τον Μάρτιο του 2017, σημείωσε ότι αποφάσεις θα ληφθούν μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου στα κρατίδια Μεκλεμβούργο-Πομερανία και Κάτω Σαξονία, αλλά τόνισε ότι θα πρέπει να βρεθεί ένας υποψήφιος ο οποίος θα μπορεί να συγκεντρώσει την ευρύτερη δυνατή στήριξη.
Σε ό,τι αφορά τη διαμάχη που έχει ξεσπάσει μεταξύ του κόμματός της, των Χριστιανοδημοκρατών (CDU), και του αδελφού κόμματός τους στην Βαυαρία, των Χριστιανοκοινωνιστών (CSU), η Καγκελάριος προέταξε ότι όλες οι αποφάσεις έχουν ληφθεί από κοινού και δήλωσε ότι θεωρεί λήξασα την διαφορά της με τον Βαυαρό Πρωθυπουργό και Αρχηγό της CSU Χορστ Ζεεχόφερ σε ό,τι αφορά την προσφυγική πολιτική. «Είναι σαφές ότι υπήρξε διαφωνία. Είναι επίσης σαφές ότι κοιτάζουμε προς το μέλλον», είπε χαρακτηριστικά, αναφέροντας ότι τα κοινά σημεία με την CSU είναι πολύ περισσότερα από τις διαφορές.