Ο Άντονι Σορ, 55 ετών, που είχε αποκτήσει το προσωνύμιο «tourniquet killer» («ο φονιάς με το τουρνικέ»), εκτελέστηκε με τη χορήγηση θανατηφόρων ουσιών ενδοφλεβίως σε φυλακή στο Χάντσβιλ, βόρεια του Χιούστον. Ο θάνατός του διαπιστώθηκε στις 18:28, σύμφωνα με τον Ρόμπερτ Χερστ, έναν εκπρόσωπο της υπηρεσίας φυλακών της Πολιτείας του Τέξας.
Αυτή ήταν η πρώτη φορά που επιβλήθηκε η θανατική ποινή στις ΗΠΑ το 2018 και η 546η φορά που εκτελέστηκε θανατοποινίτης στο Τέξας από το 1976, όταν το αμερικανικό Ανώτατο Δικαστήριο αποκατέστησε τη δυνατότητα επιβολής της εσχάτης των ποινών. Η συγκεκριμένη Πολιτεία έχει εκτελέσει περισσότερους θανατοποινίτες από κάθε άλλη στη χώρα.
Η σύλληψη του Σορ, ενός φαινομενικά ευυπόληπτου οικογενειάρχη και οπαδού της τζαζ, έγινε οκτώ χρόνια μετά τον τελευταίο γνωστό φόνο που είχε διαπράξει: το DNA του βρέθηκε κάτω από τα νύχια της Ντέινα Σάντσες, μιας έφηβης 16 ετών που είχε βασανίσει και δολοφονήσει ο άνδρας αυτός το 1995.
Ο Άντονι Σορ είχε επίσης δολοφονήσει ένα κοριτσάκι 9 ετών, μια έφηβη 14 και μια νεαρή γυναίκα 21, ενόσω ζούσε μια κατά τα φαινόμενα απόλυτα φυσιολογική ζωή, δουλεύοντας, μεγαλώνοντας τις κόρες του, παίζοντας μουσική σε τζαζ κλαμπ. Οικείοι του είχαν σημειώσει κάποια ενοχλητικά χαρακτηριστικά του, όπως το ότι είχε μανία με τους λαιμούς των ανθρώπων.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1990 ομολογήσει την ενοχή του για σεξουαλικές επιθέσεις εναντίον των δύο από τις κόρες του και έτσι η αστυνομία πήρε δείγμα του DNA του.
Χρόνια αργότερα, οι αστυνομικοί διαπίστωσαν ότι το γενετικό του υλικό ταυτιζόταν με αυτό που είχαν συλλέξει από τα νύχια θυμάτων δολοφονιών όπως η Σάντσες και η Μαρία δελ Κάρμεν Εστράδα. Ο Σορ παραδέχθηκε ότι διέπραξε τα εγκλήματα αφού συνελήφθη. Καταδικάστηκε σε θάνατο στη δίκη του το 2004.
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]