Στο θετικό αυτό συμπέρασμα καταλήγει η μελέτη της «ΕΥ ΝΑΥΤΙΛΙΑ», που επιμελήθηκαν οι καθηγητές Γιάννης Πιέρρος και Θάνος Μαύρος. Ομως -επισημαίνεται στη μελέτη- χρειάζεται μακροπρόθεσμο σχέδιο και δουλειά για να είναι η Ελλάδα μεταξύ των κορυφαίων διεθνών ναυτιλιακών κέντρων του μέλλοντος.
Αναλυτικότερα αναφέρεται ότι καταγράφηκαν στον Πειραιά και σε όλη τη χώρα συνολικά 3.391 επιχειρήσεις οι οποίες δραστηριοποιούνται σε 28 διαφορετικούς τομείς στο πλαίσιο των ναυτιλιακών πλεγμάτων του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης. Ωστόσο, το 70,5% δεν είναι εταιρίες διαχείρισης και λειτουργίας πλοίων. Με άλλα λόγια, μία στις τρεις εταιρίες που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα διαχειρίζονται πλοία και αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό στοιχείο.
Απειλή
Από την έρευνα προκύπτει ότι αναδυόμενα ναυτιλιακά κέντρα, κυρίως στην Ασία, απειλούν τη θέση παραδοσιακών ευρωπαϊκών ναυτιλιακών κέντρων και της Ελλάδας. Σύμφωνα με την ελληνική ναυτιλιακή κοινότητα, η Σιγκαπούρη (76%), το Ντουμπάι (56%) και το Λονδίνο (51%) είναι οι μεγαλύτερες απειλές για το ελληνικό ναυτιλιακό κέντρο.
Επίσης, το φορολογικό περιβάλλον (84%) και το ρυθμιστικό πλαίσιο (64%) είναι τα βασικότερα μειονεκτήματα της ελληνικής σημαίας. Οπως αναφέρουν αυτοί που ασχολούνται με τη ναυτιλία, η αστάθεια και η αβεβαιότητα στο νομικό, ρυθμιστικό και φορολογικό περιβάλλον είναι οι πιο σημαντικοί ανασταλτικοί παράγοντες για την εγκατάσταση ναυτιλιακών γραφείων και συναφών δραστηριοτήτων στην Ελλάδα.
Εξάλλου, από την έρευνα διαπιστώνεται ότι η παρουσία ισχυρής πλοιοκτησίας και γραφείων διαχείρισης (91%), χρηματοοικονομικών, ασφαλιστικών και νομικών υπηρεσιών (82%), υποδομών (70%), εκπαίδευσης, έρευνας και τεχνολογίας (79%) και η συνολική ελκυστικότητα και ανταγωνιστικότητα του επιχειρηματικού περιβάλλοντος (98%) είναι οι βασικοί πυλώνες δημιουργίας ενός κορυφαίου παγκόσμιου ναυτιλιακού κέντρου. Το 72% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι θα συμμετείχε ενεργά σε μια επίσημη εκστρατεία για τη διεθνή προβολή της Ελλάδας και την περαιτέρω ανάπτυξή της ως παγκόσμιου ναυτιλιακού κέντρου.
Αξίζει να επισημανθεί ότι η πρόσφατη μελέτη της «ΕΥ», «Επανατοποθετώντας την Ελλάδα ως διεθνές ναυτιλιακό κέντρο», εξετάζει το ρόλο της Ελλάδας ως παγκόσμιου ναυτιλιακού κέντρου και τις δυνατότητες ενίσχυσης εν όψει του εντεινόμενου διεθνούς ανταγωνισμού.
Motor Oil: Καθήκοντα προέδρου αναλαμβάνει ο Γιάννης Βαρδινογιάννης
Επισημαίνεται ότι η ελληνική ναυτιλία αντιμετώπισε με επιτυχία την οικονομική κρίση και, ως εκ τούτου, τους πρώτους μήνες του 2017 ο ελληνόκτητος στόλος, με 5.272 πλοία, αξίας περίπου 86 δισεκατομμυρίων δολαρίων, παραμένει ο μεγαλύτερος στον κόσμο, βάσει ολικής χωρητικότητας (Gross Tonnage).
Η ναυτιλία αποτελεί έναν από τους κατεξοχήν εξωστρεφείς τομείς της ελληνικής οικονομίας. Οι εισροές από τις ναυτιλιακές δραστηριότητες αντιπροσωπεύουν περίπου το 6,5% του ελληνικού ΑΕΠ, ενώ έχουν και σημαντική έμμεση πολλαπλασιαστική επίδραση στην ελληνική οικονομία.
Ένα εύρημα της μελέτης είναι ότι παρά το γεγονός ότι η πλειοψηφία των συμμετεχόντων στην έρευνα δεν φέρει την ελληνική σημαία στα πλοία που κατέχει, ένα εντυπωσιακό 97% δήλωσε ότι εκτελεί ορισμένες τουλάχιστον από τις λειτουργίες διαχείρισης πλοίων στην Ελλάδα. Ωστόσο, σχεδόν οι μισοί (44%) πραγματοποιούν λειτουργίες και εκτός Ελλάδας.
Ως βασικά συγκριτικά πλεονεκτήματα της λειτουργίας ενός γραφείου διαχείρισης πλοίων στην Ελλάδα οι ερωτηθέντες ανέφεραν το προσωπικό ξηράς (87%), τους ναυτικούς μηχανικούς (67%), την πρόσβαση σε επαγγελματικές υπηρεσίες (58%) και τη γεωγραφική θέση της χώρας (56%). Αντίθετα, ως σημαντικά μειονεκτήματα αναφέρθηκαν το ρυθμιστικό περιβάλλον (49%), τα προβλήματα χρηματοδότησης και η απουσία χρηματοοικονομικών οργανισμών (40%), η φορολογία (33%) και οι υποδομές (31%).
Ως προς τα ναυτιλιακά κέντρα που αποτελούν τη μεγαλύτερη απειλή για την Ελλάδα ως ναυτιλιακό κέντρο, το 76% των συμμετεχόντων στην έρευνα ανέφερε τη Σιγκαπούρη, το 56% το Ντουμπάι και το 51% το Λονδίνο. Τρεις στους τέσσερις (73%) ανέφεραν, επίσης, τη Σιγκαπούρη ως το ναυτιλιακό κέντρο που θα κυριαρχεί σε παγκόσμιο επίπεδο την επόμενη δεκαετία. Ως κυρίαρχα κριτήρια αξιολόγησης για την επιλογή των παραπάνω ναυτιλιακών κέντρων αναδεικνύονται το φορολογικό πλαίσιο (78%), το προσωπικό ξηράς (71%), η πρόσβαση σε επαγγελματικές υπηρεσίες (69%), η γεωγραφική θέση (64%) και το ρυθμιστικό περιβάλλον (58%).
Περί μετεγκατάστασης
Με τα σημερινά δεδομένα, το 56% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι θα εξέταζε τη μετεγκατάσταση των λειτουργιών διαχείρισης πλοίων του εκτός Ελλάδας, ενώ το 36% απέκλεισε αυτό το ενδεχόμενο. Το φορολογικό πλαίσιο (84%) και το ρυθμιστικό περιβάλλον (64%) είναι οι βασικοί παράγοντες που θα οδηγούσαν σε μια τέτοια απόφαση, με τη Σιγκαπούρη (52%) και το Λονδίνο (48%) να επιλέγονται ως οι δημοφιλέστεροι εναλλακτικοί προορισμοί. Ωστόσο, ένα εντυπωσιακό 88% ανέφερε ότι μια πιθανή ανάπτυξη του ελληνικού ναυτιλιακού κέντρου θα δημιουργούσε ευκαιρίες για την επιχείρησή του.
Παράλληλα, οι συμμετέχοντες στην έρευνα κλήθηκαν να τοποθετηθούν ως προς τους τομείς εκείνους που θα μπορούσαν να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα του ελληνικού ναυτιλιακού κέντρου. Αναδεικνύοντας τις βασικές κατευθύνσεις των αναγκαίων παρεμβάσεων, το 80% ανέφερε τη ναυτική εκπαίδευση και κατάρτιση, το 69% το φορολογικό πλαίσιο και την πρόσβαση σε χρηματοδότηση και το 64% το ρυθμιστικό περιβάλλον.
ΣΑΒΒΑΣ Ν. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
[email protected]
Από το ένθετο Οικονομία της έντυπης έκδοσης του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής