Βάση για τα σχέδια του υπ. Οικονομικών είναι ότι η Ελλάδα θα αναπτυχθεί για φέτος κατά 4% και ίσως περισσότερο και το 2023 κατά περίπου 3%, παρά το δυσμενές διεθνές περιβάλλον. Τούτο με δεδομένο ότι υπάρχουν θετικές προοπτικές για τη βιομηχανία, τις εξαγωγές και τις επενδύσεις, οι οποίες και τα χρόνια της πανδημίας του κορονοϊού, όταν η διεθνής οικονομία είχε «παγώσει», αύξαναν το ποσοστό τους στο ελληνικό ΑΕΠ.
Πηγές του υπ. Οικονομικών παραδέχονται ότι η επιβράδυνση της ευρωζώνης μπορεί να μετεξελιχθεί σε ύφεση από το τέλος του χρόνου με άγνωστη διάρκεια. Θεωρείται ότι θα έχει ειδικά χαρακτηριστικά και δεν θα είναι οριζόντια. Σημείο αναφοράς για τις εκτιμήσεις αυτές θα είναι η πλήρης υλοποίηση του «κακού» σεναρίου, που θέλει την πλήρη διακοπή της ροής του ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, γεγονός που θα πλήξει σοβαρά τις χώρες με μεγάλη εξάρτηση από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα και, κυρίως, τις Γερμανία, Αυστρία, Ιταλία, Ρουμανία, Ουγγαρία, καθώς και τις χώρες της Βαλτικής.
Η Ελλάδα είχε μια εξάρτηση που δεν ξεπερνούσε το 30%-35% από το φυσικό αέριο, η οποία τείνει να αντικατασταθεί από τον λιγνίτη, ο οποίος επανέρχεται στο προσκήνιο και είναι μεν ακριβός (λόγω δικαιωμάτων ρύπων) αλλά αποτελεί εγχώριο καύσιμο διαθέσιμο σε τεράστιες ποσότητες. Η βιομηχανία στην Κεντρική και τη Βόρεια Ευρώπη κάνει μεγάλη χρήση του φυσικού αερίου, ενώ στην Ελλάδα η πιο εκτεταμένη χρήση του φυσικού αερίου στη μεταποίηση εντοπίζεται στα μεγάλα εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής. Συνεπώς, σύμφωνα με αρμόδιες πηγές του υπ. Οικονομικών, η βιομηχανική παραγωγή και, κατά συνέπεια, οι εξαγωγές έχουν να ανησυχούν μόνο για την επιβράδυνση των εμπορικών μας εταίρων στην ευρωζώνη και όχι για την εγχώρια παραγωγή, η οποία έχει λίγο-πολύ εξασφαλισμένους ενεργειακούς πόρους.
Στον τομέα των επενδύσεων οι ίδιες πηγές σημειώνουν ότι ύστερα από δεκαετίες η «Ελλάδα… πουλάει». Σε ό,τι αφορά τις άμεσες επενδύσεις, θεωρούν ότι το περσινό ρεκόρ των 5 δισ. ευρώ θα διπλασιαστεί για φέτος και η δυναμική αυτή θα συνεχιστεί κατά τι μειωμένη και για το 2023. Αρωγός στην προσπάθεια του ιδιωτικού τομέα θα είναι και το πρόγραμμα των δημοσίων επενδύσεων, που αναμένεται να ξεπεράσει τα 12 δισ. και για το 2022 και το 2023 με βασικούς τροφοδότες το Ταμείο Ανάκαμψης και το ΕΣΠΑ 2021-2027.
Συνταγή… πανδημίας
Με βάση αυτές τις προβλέψεις το οικονομικό επιτελείο θα επαναλάβει την πετυχημένη συνταγή που ακολούθησε και τα χρόνια της πανδημίας στηρίζοντας με όλο και περισσότερα μέτρα την οικονομία, ώστε να συνεχίσει να μειώνεται η ανεργία και να στηρίζονται και τα εισοδήματα. Στην κατεύθυνση αυτή σχεδιάζονται για το αμέσως επόμενο διάστημα παρεμβάσεις ύψους 3 δισ., οι οποίες θα μετριάσουν τις επιπτώσεις της ακρίβειας μέχρι και τα μέσα του 2023. «Κορμός» των παρεμβάσεων θα είναι η στήριξη απέναντι στις συνεχείς ανατιμήσεις του φυσικού αερίου που αυξάνουν και τις τιμές του ρεύματος. Η αρχική παρέμβαση, που είχε υπολογιστεί ότι θα φτάσει τα 2 δισ., θα αυξηθεί στα 3-3,5 δισ., ώστε να συνεχίζει να απορροφά έως και το 90% της ρήτρας αναπροσαρμογής που βάζει «φωτιά» στα τιμολόγια του ηλεκτρικού ρεύματος. Η σημαντική αυτή παρέμβαση θα πλαισιωθεί και από μια τρίτη επιδότηση στα καύσιμα κίνησης για τους τελευταίους μήνες του χρόνου με ίδια κριτήρια και ίδια ποσά (επιδότηση από 55 έως και 100 ευρώ) με δεδομένη και την πτώση της διεθνούς τιμής του πετρελαίου που περνά σταδιακά και στις τιμές λιανικής.
Επίσης, εξετάζεται μία ακόμη παρέμβαση για τους οικονομικά ασθενέστερους, οι οποίοι πιέζονται αναλογικά περισσότερο όχι μόνο από τις ανατιμήσεις των ενεργειακών προϊόντων αλλά και από τις αυξήσεις σε τρόφιμα και άλλα είδη οικιακής κατανάλωσης. Δεδομένο είναι ότι τα 200 ευρώ για περίπου 2 εκατομμύρια δικαιούχους της πρώτης φοράς θα αυξηθούν. Το οικονομικό επιτελείο σχεδιάζει -για φέτος- μια έκτακτη παρέμβαση σε ένα μόνιμο μέτρο. Αφορά μια περαιτέρω αύξηση του επιδόματος θέρμανσης από τα 300 στα 350 ευρώ.
Για του χρόνου
Έκτακτο επίδομα Χριστουγέννων: Πόσο είναι, ποιοι θα το πάρουν και πότε
Παράλληλα, όμως, το οικονομικό επιτελείο σχεδιάζει νέες μόνιμες παρεμβάσεις σε μισθωτούς και συνταξιούχους για το 2023, οι οποίες ξεπερνούν τα 2 δισ. ευρώ. Η υποχρέωση για την ανακοίνωση των μέτρων δεν απορρέει πλέον από την κατάσταση ενισχυμένης εποπτείας αλλά από το ειδικό καθεστώς στο οποίο θα βρεθούν οι χώρες με μεγάλο χρέος, όπως η Ελλάδα, τον επόμενο χρόνο. Η αποστολή δεν θα είναι εύκολη, καθώς η Ελλάδα θα πρέπει να πετύχει σε έναν χρόνο μια τεράστια δημοσιονομική προσαρμογή περίπου 8 δισ. ευρώ. Μάλιστα, αυτό το δημοσιονομικό άλμα θα γίνει εν μέσω ενεργειακής κρίσης, υψηλού πληθωρισμού και με πολλές πιθανότητες η ευρωζώνη να μπει σε ύφεση από το τέλος του 2022, η οποία θα την ακολουθήσει και το 2023.
Με δεδομένα όλα αυτά στα σχέδια του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης, η οικονομία θα πρέπει σε πρώτη φάση να περάσει από έλλειμμα 2% του ΑΕΠ, που αναμένεται να έχει φέτος, σε πρωτογενές πλεόνασμα 1% του ΑΕΠ το 2023. Αυτό από μόνο του θα απαιτήσει προσαρμογή ύψους 5,7 δισ. ευρώ. Σε ό,τι αφορά τις μόνιμες παρεμβάσεις, προγραμματίζονται τα εξής:
- Η κατάργηση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης στον ιδιωτικό, στον δημόσιο τομέα και τους συνταξιούχους. Το μέτρο όπως υλοποιήθηκε το 2020 και το 2021 είχε κόστος περίπου 800 εκατ. ευρώ. Η επέκταση του μέτρου στον δημόσιο τομέα θα απαιτήσει επιπλέον δημοσιονομικό χώρο ύψους 450 εκατ. ευρώ.
- Η πρώτη αύξηση συντάξεων ύστερα από 12 χρόνια για περίπου 1.000.000 συνταξιούχους που δεν έχουν προσωπική διαφορά. Με βάση τις μαρτυρίες αρμόδιων πηγών του υπ. Οικονομικών, το μέτρο θα ενταχθεί στο προσχέδιο του Προϋπολογισμού που θα κατατεθεί το πρώτο δεκαήμερο του Οκτωβρίου, ενώ το εκτιμώμενο κόστος θα είναι περίπου 450 εκατ. ευρώ.
- Η οριστική λύση με το θέμα των αναδρομικών για τις περικοπές που έγιναν το 2012 σε κύριες συντάξεις και επικουρικές συντάξεις, καθώς και στα Δώρα. Οι Βρυξέλλες χτυπούν -σε κάθε ευκαιρία- δημοσιονομικό… καμπανάκι για τα αναδρομικά των συντάξεων πολύ περισσότερο μετά την απόφαση του ΣτΕ με την οποία δικαιώνονται οι συνταξιούχοι που προσέφυγαν στα δικαστήρια για τις περικοπές που έγιναν το 2012 στις επικουρικές και στα Δώρα. Η υπόθεση είναι μια δημοσιονομική «βόμβα», αφού η κάλυψη των απαιτήσεων της απόφασης του ΣτΕ απαιτεί δαπάνη 2,5 δισ. ευρώ, που είναι πολύ δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να βρεθεί με τις σημερινές δημοσιονομικές συνθήκες. Η λύση που εξετάζεται είναι μια πρόταση ανάλογη με αυτήν που είχαμε και για τις κύριες συντάξεις, ώστε να κλείσει οριστικά το θέμα. Αν, τελικά, πληρωθούν μόνο οι περίπου 200.000 οι οποίοι είχαν προσφύγει στα δικαστήρια, θα πρέπει να υπολογίζεται ένα κόστος κατ’ ελάχιστον 600 εκατ. ευρώ.
- Η νέα αύξηση του κατώτερου μισθού από τον Μάιο. Με δεδομένη τη μεγάλη απώλεια της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών λόγω πληθωρισμού το οικονομικό επιτελείο θέλει να υπάρξει σύντομα μερική αναπλήρωση. Στην κατεύθυνση αυτή θα υπάρξει έναρξη των σχετικών διαπραγματεύσεων με την αλλαγή του χρόνου, ώστε μέχρι και τον Μάιο ο κατώτερος μισθός να έχει ενσωματώσει και την τρίτη του αύξηση.
- Νέα παράταση ή μονιμοποίηση των χαμηλών συντελεστών ΦΠΑ που ισχύουν από τα μέσα του 2020 για εστίαση, τουρισμό, μεταφορές, θέατρα, κινηματογράφους και από το 2021 για τα γυμναστήρια και τις σχολές χορού. Το μέτρο έχει κόστος περίπου 280 εκατ. ευρώ και η ισχύς του λήγει στο τέλος του χρόνου.
- Τέλος, ένα μέτρο που εξετάζεται να εφαρμοστεί από τον επόμενο χρόνο είναι η μόνιμη μείωση των φορολογικών συντελεστών από το 22% στο 20% με επιπλέον κόστος 300-350 εκατ. ευρώ. Το τελευταίο αυτό μέτρο θα αποφασιστεί μόλις ολοκληρωθούν και οι αναθεωρημένες προβλέψεις για το 2023.
Πώς θα βρεθούν ΤΑ ΧΡΗΜΑΤΑ
Στο ερώτημα από πού θα χρηματοδοτηθούν αυτά τα μέτρα η απάντηση όσων χειρίζονται τους δημόσιους λογαριασμούς είναι καταρχήν από την ανάπτυξη. Το υπ. Οικονομικών θεωρεί ότι ανεξάρτητα από τις αυξομειώσεις που μπορούν να υπάρξουν το 2022 και το 2023 στην ανάπτυξη λόγω της κρίσης ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ για τη διετία μπορεί να φτάσει το 3,5%. Ο πηγές ανάπτυξης θα είναι και πάλι οι επενδύσεις, οι εξαγωγές και ο τουρισμός, ενώ θεωρείται ότι σταδιακά θα προκύπτει κρυφή ανάπτυξη, λόγω της εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων του Ταμείου Ανάκαμψης.
Σε πιο μετρήσιμους όρους, η πρώτη πηγή χρηματοδότησης είναι η σταδιακή αναστροφή των μέτρων στήριξης κατά της ακρίβειας τα οποία αναμένεται να ξεπεράσουν για φέτος τα 12 δισ. ευρώ, από τα οποία τα 5,5-6 δισ. ευρώ θα καλύψει ο Προϋπολογισμός. Τα ποσά αυτά θα μειωθούν κατά 50% το 2023 δημιουργώντας δημοσιονομικό χώρο περίπου 3 δισ. ευρώ. Η πρόβλεψη είναι ότι, παρά τη σημερινή επιμονή του πληθωρισμού, οι τιμές θα αρχίσουν να υποχωρούν σταδιακά και η εφοδιαστική αλυσίδα να αποκαθίσταται.
Τουρισμός
Μεγάλες ελπίδες υπάρχουν και από τον τουρισμό, ο οποίος αναμένεται φέτος να ξεπεράσει σε τζίρο τα 18,3 δισ. του 2019 και να αγγίξει τα 20 δισ. ευρώ. Μόνο από τον τουρισμό αναμένεται ότι θα μπουν, φέτος, στα δημόσια ταμεία επιπλέον έσοδα της τάξης των 2 δισ. ευρώ.
Επίσης, 1,5 δισ. ευρώ εκτιμάται ότι θα είναι οι επιπλέον εισπράξεις από έμμεσους φόρους και Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης λόγω των συνεχών ανατιμήσεων σε καύσιμα και τρόφιμα. Σε ό,τι αφορά το 2023, οι ελπίδες βρίσκονται στα έργα του Ταμείου Ανάκαμψης που θα αρχίσουν να υλοποιούνται μειώνοντας περαιτέρω την ανεργία, στις νέες επενδύσεις, στην ανάκαμψη των εξαγωγών και τον υψηλό ρυθμό ανάπτυξης που αναμένεται να διατηρήσει η ελληνική οικονομία.
Ειδήσεις σήμερα
Καιρός: Μετά τον καύσωνα βροχές, καταιγίδες και πτώση θερμοκρασίας
Συντάξεις: Πότε θα πληρωθούν τα αναδρομικά 3ετίας για 100.000 επικουρικές και τα εφάπαξ [πίνακες]