Ο 20χρονος εμφανίζεται δύο φορές το μήνα στο Αστυνομικό Τμήμα της περιοχής του, ενώ του απαγορεύθηκε και η οποιαδήποτε επαφή στο εξής με το κοριτσάκι που νοσηλεύεται στον νοσοκομείο «Αγία Σοφία» -ευτυχώς σε καλύτερη κατάσταση, καθώς αποσωληνώθηκε- με κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις και μώλωπες σε όλο του το σώμα.
Κατά τη διάρκεια της απολογίας του που είχε διάρκεια 4,5 ωρών, ο 20χρονος κατηγορούμενος ισχυρίστηκε ότι: «Όπως συνέβαινε το τελευταίο διάστημα, έτσι και στις 24 Σεπτεμβρίου η σύντροφός μου γύρω στις 7:30 π.μ. έφυγε από το σπίτι για να πάει στην δουλειά της. Εγώ ξύπνησα λίγο αργότερα και έκανα δουλειές στο σπίτι, περιμένοντας να ξυπνήσει η κόρη μου για να την ταΐσω. Κατά τις 10 π.μ. ξύπνησε όπως κάθε μέρα, ευδιάθετη και αμέσως την τάισα και την άλλαξα, αφού της έκανα μια βόλτα για να χωνέψει το γάλα της στην αυλή. Επιστρέφοντας, την άφησα στο καρότσι της, οπότε και μετά από λίγο ξανακοιμήθηκε.
Περίπου στη 1 μ.μ, ξύπνησε και πάλι χωρίς αυτή τη φορά να την μετακινήσω από το καρότσι της. Στις 3 μ.μ. περίπου την τάισα και την σήκωσα για να χωνέψει. Μέσα σε λίγη ώρα, το παιδί εμφάνισε μια πρωτοφανή συμπεριφορά. Άρχισε να κλαίει έντονα σχεδόν με σπαραγμούς και είχα την εντύπωση πως της κοβόταν η αναπνοή από το έντονο κλάμα. Πανικοβλήθηκα, δεν ήξερα τι να κάνω. Δεν μπορούσα να καταλάβω τι έφταιγε, καθώς το παιδί και είχε φάει και ήταν καθαρό. Χωρίς να έχω επίγνωση των κινήσεων μου, της έντασης και της διάρκειάς τους, άρχισα να κουνάω το παιδί θεωρώντας πως με αυτό τον τρόπο θα ηρεμούσε. Καθώς έβλεπα ότι δεν ηρεμεί, ίσως πάνω στον πανικό μου, να συνέχισα το ταρακούνημα και με μεγαλύτερη ένταση αυτή τη φορά. Σε κάποια στιγμή μου δόθηκε η εντύπωση ότι το παιδί ηρέμησε και το άφησα στον καναπέ.
Μετά από λίγο όμως, το παιδί έβαλε ένα δυνατό κλάμα, τέντωσε τα χεράκια του και τα ποδαράκια του και άρχισε να μελανιάζει. Χωρίς δεύτερη σκέψη το μεταφέραμε με το αυτοκίνητό μας στο νοσοκομείο Κυπαρισσίας και από εκεί οι γιατροί μας έστειλαν στην Καλαμάτα. Στο εκεί νοσοκομείο μετά από εξετάσεις κρίθηκε αναγκαία η διακομιδή σε νοσοκομείο της Αθήνας. Μέχρι εκείνο το σημείο ήμουν πεπεισμένος ότι δεν είχα κάνει κάτι που θα μπορούσε να είχε επιφέρει βλάβη στο παιδί μου και για αυτό το λόγο δεν ανέφερα τίποτα για το συμβάν με το ταρακούνημα. Ανυποψίαστος ο ίδιος δεν θεώρησα ότι η πράξη μου αυτή ήταν άξια αναφοράς στους γιατρούς και τη σύντροφο μου, αφού και οι δύο βιώναμε την ένταση της κατάστασης και την αγωνία για την πορεία της υγείας του παιδιού μας» συμπλήρωσε στην μακρά απολογία του ο 20χρονος πατέρας.
«Στο κατηγορητήριο, ούτε λίγο ούτε πολύ, παρουσιάζομαι ως ένας νευρικός και οξύθυμος άνθρωπος που το μεσημέρι του Σαββάτου 24/09 ταρακούνησα με βία το παιδί μου για να το κάνω να σταματήσει το ενοχλητικό του κλάμα χωρίς να λογαριάζω τις συνέπειες, αποδεχόμενος και το ενδεχόμενο θανάτωσης του. Και μόνο που το σκέφτομαι δεν μπορώ να το δεχτώ. Καταρχάς, ως άνθρωπος και ως χαρακτήρας είμαι πολύ ήρεμος και υπομονετικός. Δουλεύω από 15 χρονών και δεν έχει βρεθεί ούτε ένας εργοδότης μου ή συνάδελφός μου να με κατηγορήσει για επιθετική ή ανάρμοστη συμπεριφορά. Δεν έχω απασχολήσει ποτέ τις Αρχές. Την σύζυγό μου αγαπώ και σέβομαι. Δεν έχω τολμήσει να πειράξω μια τρίχα από τα μαλλιά της. Κανένας γείτονας δεν θα βρεθεί να πει ότι έχει ακούσει φωνές από τσακωμούς στο σπίτι μας. Από που λοιπόν προκύπτει ότι εγώ είμαι οξύθυμος και νευρικός και δεν μπορούσα να υπομείνω το κλάμα του ίδιου μου του μωρού; Πως να αντέξω, πέρα από τον πόνο μου για τα προβλήματα που δημιούργησα άθελά μου στο μωρό μου, το γεγονός ότι κατηγορούμαι ότι με πρόθεση προσπάθησα να σκοτώσω το παιδί μου γιατί δεν ανεχόμουν το κλάμα του, χωρίς μάλιστα αυτό να προκύπτει από οποιαδήποτε καταγγελία γείτονα ή συγγενικού μου προσώπου, την ίδια στιγμή μάλιστα που όλοι οι συγγενείς μου, οι συγγενείς της συντρόφου μου αλλά κυρίως η ίδια η σύντροφος και μητέρα του παιδιού μας πιστεύει την δική μου εκδοχή. Από την πρώτη στιγμή πίστεψε ότι καμία πρόθεση δεν είχα να προξενήσω οποιαδήποτε βλάβη στο παιδί μας και αυτό γιατί είναι η μόνη που από πρώτο χέρι ξέρει πόσο αγαπάω το παιδί μας, πόσο αγαπάω την ίδια και πόσο ήρεμος και καλός άνθρωπος είμαι».
Τον 20χρονο στήριξε με την κατάθεσή της τόσο η μητέρα του παιδιού όσο και η υπόλοιπη οικογένεια. Αν και ο κατηγορούμενος αφέθηκε ελεύθερος με περιοριστικούς όρους, μέχρι τη δίκη του απαγορεύεται να έχει επαφή με το κοριτσάκι του.