Η ψυχίατρος, που κατέθεσε ως πραγματογνώμονας της οικογένειας της Καρολάιν, εντοπίζει «μια προβληματική συναισθηματική σχέση του Μπάμπη Αναγνωστόπουλου με τη μητέρα του» και συνιστά «έντονα» -όπως αναφέρει χαρακτηριστικά- την εξέταση των γονέων του πιλότου από τουλάχιστον δύο ξεχωριστούς εμπειρογνώμονες από δημόσια Αρχή, πριν από τη συνέχεια της επαφής τους με τη Λυδία. Σημειώνεται ότι ήδη ο 79χρονος Ντέιβιντ Κράουτς ξεκαθάρισε πως σκοπεύει να αλλάξει το όνομα της Λυδίας σε αυτό της μητέρας της για να μη συνδεθεί ποτέ με τον δολοφόνο της κόρης του. «Θα φροντίσω να μην μπορέσει ποτέ να δει την κόρη του ή να έχει οποιαδήποτε επαφή μαζί της», υπογράμμισε ο πατέρας της Καρολάιν.
«Απόλυτη συνείδηση»
Κατά την ψυχίατρο, ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος δεν πάσχει από διατάραξη συνείδησης, αλλά από διαταραχές προσωπικότητας. «Οι συνέπειες αυτών των διαταραχών εκτείνονται σε ένα ευρύ φάσμα της καθημερινής λειτουργικότητας των ανθρώπων και μπορεί να αφορούν τις προσωπικές σχέσεις, την κοινωνική ζωή γενικότερα, αλλά να αγγίζουν και τα επαγγελματικά ζητήματα. Οι δε πράξεις των ατόμων αυτών δεν μπορούν να έχουν ελαφρυντικά, αφού ο θύτης έχει απόλυτη συνείδηση του αποτελέσματος των πράξεών του και των πιθανών συνεπειών τους», αναφέρει.
Η ναρκισσιστική διαταραχή χαρακτηρίζεται από αίσθημα μεγαλείου, αναζήτηση του θαυμασμού των άλλων και έλλειψη ενσυναίσθησης, δυσκολία αποδοχής της απόρριψης και της κριτικής, καθώς και την πεποίθηση ότι ο άλλος είναι «κτήμα του». Αντίστοιχα, όπως εξηγεί η ίδια, η αντικοινωνική διαταραχή χαρακτηρίζεται από ένα διαρκές μοτίβο παραβίασης των δικαιωμάτων των άλλων, έλλειψη ενσυναίσθησης, χειριστική και παρορμητική συμπεριφορά, έλλειψη ενοχών και μετανοίας.
«Το αίσθημα μεγαλείου προδίδεται από τον έλεγχο που ασκούσε στη σύζυγό του. Ακόμα και στη θεραπεία της προσπάθησε να μπει και να μάθει τι συζητάει με τη θεραπεύτρια. Συναντάμε επαναληπτικά την παραβίαση των δικαιωμάτων των άλλων, συγκεκριμένα της Καρολάιν», εξηγεί και προσθέτει: «Το αίσθημα μεγαλείου προδίδεται έντονα και στο τι πιστεύει πως μπορεί να ξεγελάσει όλο τον κόσμο με τη -για εκείνον- “έξυπνη” παράσταση μετά τη δολοφονία».
«Ανιση σχέση»
Οι υπερβολικές κινήσεις του προς την Καρολάιν, όπως για παράδειγμα το να πετάξει με το ελικόπτερο πάνω από το σχολείο της, κατά την ψυχίατρο καταδεικνύουν την αναζήτηση θαυμασμού την οποία είχε ανάγκη. «Η Καρολάιν είναι ένα νεαρό κορίτσι και ξεκινάει σχέση με έναν άντρα πολύ μεγαλύτερο. Η σχέση τους είναι άνιση. Η διαφορά είναι μεγάλη και προβληματίζει το τι είδε εκείνος από ένα κορίτσι 15 ετών. Ενας άντρας σε αυτήν την ηλικία δύσκολα έλκεται από ένα κορίτσι της συγκεκριμένης ηλικίας, αλλά εύκολα μπορεί να βρει σε αυτό τον εκθειασμό που χρειάζεται για το “εγώ” του και την κάλυψη της ανάγκης του για έλεγχο», σημειώνει η κ. Ηγουμενάκη.
Η έλλειψη ενσυναίσθησης είναι ένα βασικό χαρακτηριστικό που εντόπισε στον 33χρονο η ψυχίατρος, το οποίο προδίδεται από πολλά στοιχεία του ιστορικού του. «Αρχικά δολοφονεί τη σύζυγό του και μητέρα του παιδιού του, αγνοώντας παντελώς την ανάγκη του παιδιού του να έχει τη μητέρα του πλάι του. Η έλλειψη ενσυναίσθησης προδίδεται και με το σκηνικό που δημιουργεί μετά τη δολοφονία τοποθετώντας το παιδί του δίπλα στη νεκρή μητέρα του, το ίδιο συμβαίνει όταν σκοτώνει το σκυλάκι, το οποίο είχε διαλέξει η Καρολάιν, σαν να θέλει να αφαιρέσει καθετί δικό της», αναφέρεται χαρακτηριστικά στο πόρισμα της ψυχιάτρου.
Ωστόσο, τη μεγαλύτερη έλλειψη ενσυναίσθησης επέδειξε στο τέλος της ιστορίας αυτής. «Ενώ η μητέρα της Καρολάιν θρηνεί τον χαμό του παιδιού της, τη βάζει να διαλέξει το φέρετρο και της ζητάει τα χρήματα για την κηδεία. Αν διαισθανόταν πώς θα ένιωθε αν του σκότωναν την κόρη του, ίσως να συναισθανόταν τη μητέρα της Καρολάιν».
Άγιο Όρος: Τι λέει ο Διοικητής του στο Eleftherostypos.gr για το «μασατζίδικο» και τους σεισμούς
Γλυκά Νερά: «Κακοποιητικός προς το παιδί του»
Κατά την ψυχίατρο, ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος προέβαλε χειριστική και κακοποιητική συμπεριφορά προς το παιδί του. «Τοποθετεί το παιδί δίπλα στη νεκρή μητέρα, θα μπορούσαμε κάλλιστα να μιλήσουμε για ψυχολογικά κακοποιητική συμπεριφορά απέναντι σε ένα παιδί να το τοποθετείς το σκηνικό μιας δολοφονίας. Σκοτώνει το σκυλάκι, που το παιδί έχει σίγουρα αρχίσει να εκλαμβάνει σαν κάτι δικό του και που είχαν πάρει με την Καρολάιν για να μεγαλώσει μαζί του. Τέλος, είδαμε τον δράστη να καταφθάνει στην κηδεία της Καρολάιν κρατώντας το παιδί σχεδόν σαν… αλεξίσφαιρο. Κρατάει τη μικρή Λυδία όλη την ώρα στην κηδεία και κάτω από τον ήλιο. Ο γονέας δεν έπρεπε να το φορτίσει με όλο αυτό το συναισθηματικό βάρος και χωρίς το παιδί έχει αναπτύξει μηχανισμούς επεξεργασίας συναισθημάτων που με βεβαιότητα εκλάμβανε».
«Τραύμα»
Για την κίνησή του να τοποθετήσει το παιδί δίπλα στο σώμα της νεκρής Καρολάιν, η ψυχίατρος εκτιμά πως «το παιδί θα κουβαλάει μέσα του το τραύμα αυτό και απευχόμαστε τη δημιουργία αγχωτικής διαταραχής στο μέλλον». Η ίδια επισημαίνει πως η κακοποίηση ζώων συνδέεται άμεσα με την κακοποιητική συμπεριφορά σε ανθρώπους και καταλήγει: «Ο δράστης θα γίνεται και μελλοντικά με ευκολία κακοποιητικός με διάφορους τρόπους. Ατομα σαν αυτόν οργανώνουν ακόμα και μέσα στη φυλακή τα επόμενα βήματά τους, ώστε να φτάσουν στον σκοπό τους, ο οποίος στην περίπτωση του κατηγορουμένου θα είναι να ελευθερωθεί σύντομα και να πάρει την κόρη του, όπως ήθελε να γίνει με τη διάπραξη του εγκλήματος. Θα δείξει καλή συμπεριφορά στη φυλακή και πάντα θα δικαιολογεί την πράξη του ενοχοποιώντας το θύμα».
«Εχει διαπράξει ήδη έναν φόνο και διαπράττει τον δεύτερο»
Η πραγματογνώμονας ξεκαθαρίζει πως από την περιγραφή των περιστατικών και τη δικογραφία δεν προέκυψε κάτι σημαντικό αιφνιδίως, ώστε να δικαιολογείται η άμεση υπερδιέγερση συναισθήματος, αφού το θύμα κοιμόταν από τη 01.30 το βράδυ έως τις 04.00 που δολοφονήθηκε.
«Στην ιατροδικαστική εξέταση φαίνεται πως περνάει αρκετός χρόνος έως τη θανάτωση του θύματος. Βλέπουμε πως η δολοφονική πράξη δεν γίνεται από απόσταση, αλλά με άμεση σωματική επαφή με το κοιμώμενο θύμα, και άμεσα μετά την πράξη οργανώνεται το σκηνικό κάλυψης. Αν το έγκλημα είχε πραγματοποιηθεί εν βρασμώ, ο δράστης αμέσως θα μετανοούσε, θα ούρλιαζε, θα έκλαιγε, θα θρηνούσε, θα ζητούσε βοήθεια, θα καλούσε την Αστυνομία και όλα αυτά ακόμη κι αν δεν παραδεχόταν την πράξη. Δεν θα χρειαζόταν να τοποθετήσει ένα αθώο παιδί δίπλα στη νεκρή μητέρα του ούτε να σκοτώσει ένα αθώο ζώο για να αποκτήσει άλλοθι. Εχει διαπράξει ήδη έναν φόνο και διαπράττει τον δεύτερο. Εδώ έχουμε έναν δράστη ο οποίος σχεδιάζει το κάθε του βήμα με πλήρη συνείδηση, χωρίς συναισθηματισμούς και διεκπεραιώνει».