Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός αντιμετωπίζει ωμό εκβιασμό (με αποχώρηση και κατάρρευση της κυβέρνησης) από τους σκληροπυρηνικούς υπουργούς Σμότριτς και Μπεν Γκβιρ (κυβερνητικούς εταίρους στον ακροδεξιό συνασπισμό), που επιμένουν στην πλήρη συντριβή της Χαμάς, πράγμα αδύνατο, αφού, σε τέτοιου είδους πολέμους, οργανώσεις τύπου Χαμάς, Χεζμπολάχ και άλλες επιβιώνουν και δεν μπορούν απόλυτα να εξουδετερωθούν. Πληροφορίες του υπογράφοντα κάνουν λόγο για αφόρητες πιέσεις των Αμερικανών με επίκεντρο μόνο τον Νετανιάχου. Οι ίδιες πηγές ανέφεραν ότι «όλα είναι πιθανά…».
Ο επικεφαλής των συμβούλων του Ισραηλινού πρωθυπουργού Οφιρ Φαλκ υποστήριξε στους «Sunday Times» (χθες) ότι το Ισραήλ αποδέχεται το σχέδιο Μπάιντεν για τη Γάζα, αλλά τόνισε ότι «δεν είναι καλή συμφωνία και είναι εσφαλμένη, αλλά θέλουμε πολύ να απελευθερωθούν οι όμηροι, όλοι τους». Μεταξύ άλλων είπε ότι «υπάρχουν πολλές λεπτομέρειες που πρέπει να διερευνηθούν προσεχώς, συμπεριλαμβανομένης της απελευθέρωσης των ομήρων, ως και της καταστροφής της Χαμάς ως γενοκτονικής τρομοκρατικής οργάνωσης (που δεν έχουν αλλάξει).
Ο υπουργός Οικονομικών Σμότριτς και ο υπουργός Εθνικής Ασφάλειας Μπεν Γκβιρ δήλωσαν αμφότεροι χθες βράδυ ότι δεν συμφωνούν με την πρόταση του Μπάιντεν και για μία ακόμα φορά απείλησαν να αποχωρήσουν από την κυβέρνηση αν το σχέδιό του γινόταν αποδεκτό (το σχέδιο Μπάιντεν υποστηρίζεται από όλα τα ευρωπαϊκά και αραβικά κράτη) .Ο Σμότριτς είπε ότι «μόλις μίλησα με τον πρωθυπουργό και ξεκαθάρισα ότι δεν θα είμαι μέλος μιας κυβέρνησης που συμφωνεί με το προτεινόμενο σχέδιο και τερματίζει τον πόλεμο χωρίς να καταστρέψει τη Χαμάς και να επαναφέρει όλους τους ομήρους. Δεν θα συμφωνήσουμε να σταματήσουμε τον πόλεμο πριν καταστραφεί η Χαμάς. Δεν θα δεχθούμε να υπονομεύσουμε τα μέχρι τώρα επιτεύγματα του πολέμου με την απόσυρση των ισραηλινών Ενόπλων Δυνάμεων και επιτρέποντας στους κατοίκους της Γάζας να επιστρέψουν στο βόρειο τμήμα της Λωρίδας. Δεν θα επιτρέψουμε τη χονδροειδή απελευθέρωση τρομοκρατών, που μπορεί να επιστρέψουν για να δολοφονήσουν Εβραίους»(!).
Ο Μπεν Γκβιρ είπε το βράδυ του Σαββάτου ότι «η συμφωνία, όπως ανακοινώθηκε σε λεπτομέρειες από τους Αμερικανούς, σημαίνει το τέλος του πολέμου και την εγκατάλειψη του στόχου να καταστραφεί η Χαμάς. Αυτή είναι μια απερίσκεπτη συμφωνία, η οποία αποτελεί νίκη της τρομοκρατίας και απειλή για την ασφάλεια του κράτους του Ισραήλ. Η σύγκλιση και αποδοχή μιας τέτοιας συμφωνίας δεν είναι απόλυτη νίκη, αλλά απόλυτη ήττα. Δεν θα επιτρέψουμε να τελειώσει ο πόλεμος χωρίς την πλήρη εξάλειψη της Χαμάς. Αν ο Νετανιάχου προχωρήσει στην απερίσκεπτη συμφωνία υπό τους όρους που δημοσιεύονται, αυτό σημαίνει το τέλος του πολέμου και την εγκατάλειψη του στόχου να καταστραφεί η Χαμάς».
Ο κεντρώος ηγέτης της αντιπολίτευσης Γιαΐρ Λάπιντ έγραψε στο X/Twitter ότι ο Nετανιάχου «έχει ένα δίχτυ ασφαλείας από εμάς για μια συμφωνία ομήρων αν οι δύο ακραίοι πολιτικοί εγκαταλείψουν την κυβέρνηση». Ο Λάπιντ πρόσθεσε ότι «η ισραηλινή κυβέρνηση δεν μπορεί να αγνοήσει τη σημαντική ομιλία του προέδρου Μπάιντεν. Υπάρχει μια συμφωνία στο τραπέζι και πρέπει να υιοθετηθεί». Ο νέος αρχηγός του αντιπολιτευόμενου Εργατικού Κόμματος, βουλευτής Γιαΐρ Γκολάν επαίνεσε την ανακοίνωση του Μπάιντεν, λέγοντας ότι «ο πρόεδρος Μπάιντεν είναι αληθινός φίλος του Ισραήλ και προϋπόθεση για την επιστροφή όλων των απαχθέντων είναι η διακοπή των μαχών».
Ουάσιγκτον, Κάιρο και Ντόχα πιέζουν τη Χαμάς να δεχθεί τον οδικό χάρτη
Στο μεταξύ, με κοινή ανακοίνωση η Ουάσιγκτον, το Κάιρο και η Ντόχα προέτρεψαν χθες το Ισραήλ και τη Χαμάς να αποδεχθούν τον οδικό χάρτη των τριών φάσεων (για την απελευθέρωση των υπόλοιπων 125 ομήρων, τον τερματισμό του πολέμου στη Γάζα και την αποκατάσταση του θύλακα) τον οποίο παρουσίασε ο Μπάιντεν. «Τα αιτήματα όλων των μερών συγκεντρώθηκαν σε μια συμφωνία που εξυπηρετεί πολλαπλά συμφέροντα και θα φέρει ανακούφιση τόσο στον πολύπαθο λαό της Γάζας όσο και στους ομήρους και τις οικογένειές τους. Η συμφωνία προσφέρει έναν οδικό χάρτη για μια μόνιμη κατάπαυση του πυρός και τον τερματισμό της κρίσης», ανέφερε η κοινή δήλωση σύμφωνα με δημοσίευμα του υπουργείου Εξωτερικών του Κατάρ.
Αργά χθες ο υπουργός/στρατηγός ε.α. Μπένι Γκάντζ (Εθνική Ενότητα), που είναι μέλος του μικρού πολεμικού Υπουργικού Συμβουλίου, ζήτησε να συγκληθεί η κυβέρνηση σε πλήρη σύνθεση για να συζητηθεί η ομιλία του Αμερικανού προέδρου, προσθέτοντας ότι ο Μπάιντεν «έχει αποδείξει τη δέσμευσή του στην ασφάλεια του Ισραήλ και στις προσπάθειες επιστροφής των ομήρων. Είμαστε βαθιά ευγνώμονες στον πρόεδρο και σε όλους τους Αμερικανούς φίλους μας για την υποστήριξή τους. Δεσμευόμαστε να συνεχίσουμε να προωθούμε μια ρύθμιση για την επιστροφή των ομήρων όπως διατυπώθηκε από την ομάδα διαπραγματεύσεων».
Τουρκία: Θεωρεί ότι οι Κούρδοι μαχητές θα εκδιωχθούν από το σύνολο του συριακού εδάφους
Η ΣΤΑΣΗ ΗΠΑ ΚΑΙ ΧΩΡΩΝ ΝΑΤΟ
Στο τραπέζι η χρήση δυτικών όπλων σε ρωσικά εδάφη
Πάνω από 820 ημέρες -μετά την πιο αιματηρή σύγκρουση της Ευρώπης από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο- η πλήρης εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία δεν δείχνει σημάδια υποχώρησης, παρά τους δεκάδες χιλιάδες νεκρούς και τραυματίες (και από τις δύο πλευρές), ενώ ουκρανικές πόλεις αντιμετωπίζουν καθημερινούς, φονικούς βομβαρδισμούς, ως και πλήγματα σε κρίσιμους ενεργειακούς στόχους, με τον Πούτιν να μην έχει εγκαταλείψει τους μαξιμαλιστικούς του στόχους, επιδιώκοντας να καταλάβει περισσότερα εδάφη.
22 κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ ευνοούν τις επιθέσεις με όπλα που έχουν δώσει στην Ουκρανία. Επί εβδομάδες, ο πρόεδρος Ζελένσκι παρακαλούσε τις ΗΠΑ και τη Γερμανία να επιτρέψουν τη χρήση των προηγμένης τεχνολογίας πυραύλων, που έδωσε κυρίως η Ουάσιγκτον στο Κίεβο, για να χτυπήσουν στρατιωτικούς στόχους μέσα στη Ρωσία, όταν μαζικά προετοιμάζονται για επιθέσεις στην Ουκρανία, κάτι που μέχρι προχθές ο Μπάιντεν ήταν απρόθυμος να κάνει, επικαλούμενος τους κινδύνους μιας αμφισβητούμενης κλιμάκωσης από τη Μόσχα.
Από τη Σιγκαπούρη που ήταν χθες στην ετήσια σύνοδο «Σάνγκρι Λα» ο Ζελένσκι είχε εκτενείς επαφές με υπουργούς Εξωτερικών και Αμυνας από 14 κράτη της Ασίας-Ειρηνικού, καθώς και με τον υπουργό Αμυνας των ΗΠΑ Λόιντ Οστιν για τις πολεμικές επιχειρήσεις, ως και για την προτεινόμενη από το Κίεβο Διεθνή Διάσκεψη για την Ουκρανία αυτόν το μήνα στη Λουκέρνη της Ελβετίας.
Ωστόσο, η μέχρι προ 4 ημερών αρνητική θέση οδήγησε στο προφανώς παράλογο σενάριο οι δυνάμεις της Μόσχας να μπορούν να συγκεντρωθούν, ανενόχλητες, μόλις 4-5 χιλιόμετρα από τους στόχους στην Ουκρανία στην οποία επιτίθενται μαζικά. Τώρα, επιτέλους, ο Μπάιντεν άλλαξε στάση, υποκύπτοντας στην ευρωπαϊκή πίεση/και του γ.γ. του ΝΑΤΟ και επιτρέπει στο Κίεβο να χρησιμοποιήσει αμερικανικά όπλα για να χτυπήσει το μεθοριακό(;) ρωσικό έδαφος ειδικά στο μέτωπο του Χάρκοβο/Σούμι. Η Βρετανία και η Γαλλία από την πλευρά τους είναι περήφανες που έχουν χορηγήσει εδώ και καιρό άδεια στο Κίεβο να χρησιμοποιήσουν τα δοθέντα όπλα τους (συμπεριλαμβανομένων των φονικών πυραύλων Storm Shadow και Scalp) σε στόχους μέσα στη Ρωσία χωρίς τέτοιους περιορισμούς, αναγνωρίζοντας ότι η Ουκρανία δίνει μια υπαρξιακή μάχη. Η Ουάσιγκτον, αντίθετα, ακόμη και τώρα εξακολουθεί (δημόσια) να «περιορίζει» μερικώς την εμβέλεια των όπλων της στο ρωσικό έδαφος.
Η τρέχουσα έλλειψη σαφήνειας σχετικά με τους «περιορισμούς» των ΗΠΑ στη χρήση από την Ουκρανία όπλων που παρέχονται από τις ΗΠΑ για να χτυπήσει στρατιωτικούς στόχους στη ρωσική επικράτεια ναρκοθετεί την ευκαιρία να αποτρέψει περαιτέρω ρωσικές επιθετικές κινήσεις πέρα από τα σύνορα στη βόρεια Ουκρανία. Ο επικεφαλής του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ για την Ευρώπη Δρ Μάικλ Κάρπεντερ είπε στις 31 Μαΐου ότι η στάση των ΗΠΑ επιτρέπει στις ουκρανικές δυνάμεις να χτυπήσουν ρωσικούς στρατιωτικούς στόχους στην περιφέρεια Μπελγκορόντ (έναντι Χάρκοβου).
Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το αν αυτή η πολιτική απόφαση επιτρέπει τα ουκρανικά πλήγματα με όπλα που παρέχονται από τις ΗΠΑ πέρα από τα σύνορα απάντησε αόριστα «ναι, και δεν θα πρέπει οι Ρώσοι να απολαμβάνουν ένα σχετικό καταφύγιο». Πάντως οι ΗΠΑ (κατ’ ιδίαν) εμφανίζονται «ανοιχτές» στο να επεκτείνουν αυτές τις «εξουσιοδοτήσεις» σε άλλες περιοχές στην Ουκρανία (Ροστόφ, Κουρσκ, Ορέλ, Μπριάνσκ κ.ά.) αν οι ρωσικές δυνάμεις ξεκινήσουν επιθετικές επιχειρήσεις κατά μήκος της διεθνούς συνοριακής περιοχής.
22 κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ ευνοούν τις επιθέσεις με όπλα που έχουν δώσει στην Ουκρανία (βαθιά στο ρωσικό έδαφος, μεταξύ των οποίων η Ολλανδία, η Τσεχία, η Γαλλία, η Νορβηγία, η Σουηδία, η Ισπανία και η Δανία). Ομως η νέα δυναμική στάση των Δυτικών προκάλεσε μια έξαλλη απάντηση από τη Μόσχα και τις χιλιοειπωμένες και συνηθισμένες προειδοποιήσεις και απειλές ότι θα μπορούσε να φέρει τη Ρωσία σε πόλεμο με το ΝΑΤΟ και να προβεί σε χρήση τακτικών πυρηνικών όπλων.