Η Ιβάνα Μαρί Ζελνίκοβα Τραμπ γεννήθηκε στο (σημερινό) Ζλιν της Τσεχίας, ήταν η πρώτη σύζυγος του Τραμπ -παντρεύτηκαν το 1977- και οι δυο τους ήταν ένα από τα πιο διάσημα και, αργότερα, ισχυρά ζευγάρια της Νέας Υόρκης τη δεκαετία του 1980. Κατά τον 15ετή έγγαμο βίο τους συνέβαλε καθοριστικά στη δημιουργία της «αυτοκρατορίας Τραμπ». Ακόμη και μετά τον επεισοδιακό χωρισμό τους που φιγούραρε στα σκανδαλοθηρικά έντυπα όλου του κόσμου -εν μέρει εξαιτίας της ερωμένης του Τραμπ και στη συνέχεια δεύτερης γυναίκας του Μάρλα Μαπλς-, η ίδια συνέχισε να ενισχύει το «πορτοφόλιο» εταιριών της, εξαργυρώνοντας και το επώνυμο «Τραμπ».
Αν και λειτουργούσε παρασκηνιακά, ήταν αυτή που συμβούλευε τον Τραμπ και έβαζε τη σφραγίδα της στα κτηματομεσιτικά πρότζεκτ που αναλάμβανε ο σύζυγός της. Ανέπτυξε τη δική της σειρά ρούχων, κοσμημάτων και καλλυντικών, εμφανιζόταν σε εκπομπές, πρωταγωνιστούσε σε τηλεοπτικές σειρές, συμμετείχε σε τηλε-διαφημίσεις, έγραψε αυτοβιογραφίες και επένδυσε σε ακίνητα σε ΗΠΑ και Ευρώπη. Παράλληλα, ήταν η αποκλειστική υπεύθυνη για την ανατροφή των τριών παιδιών τους.
Χαρακτηρίστηκε «χαρισματικά εργασιομανής» με εμμονή στη λεπτομέρεια και συνέβαλε στην ανάπτυξη του Πύργου Τραμπ στη Νέα Υόρκη και στο Τραμπ Ταζ Μαχάλ Καζίνο Ριζόρτ στο Ατλάντικ Σίτι. Διηύθυνε το ιστορικό «Plaza Hotel», ήταν αντιπρόεδρος στο τμήμα εσωτερικής διακόσμησης στην εταιρία «Οργανισμός Τραμπ» και υπεύθυνη για την… ξέχειλη χλιδή πολλών ακινήτων – επιμελήθηκε το ροζ μάρμαρο και τον λαμπερό μπρούντζο στον Πύργο Τραμπ στην 5η Λεωφόρο.
Οπως σημειώνει στη νεκρολογία της η αμερικανική «New York Times», δεν είναι σαφές πώς η Τσεχοσλοβάκα επαγγελματίας σκιέρ και αργότερα μοντέλο σε ΗΠΑ και Ν. Υόρκη γνώρισε τον Τραμπ, αλλά «ο δεσμός τους επισφραγίστηκε με διαμαντένιο δαχτυλίδι τριών καρατίων Tiffany’s και ένα προγαμιαίο συμβόλαιο». Ορος της ήταν να κρατήσει όλα τα δώρα του συζύγου της αν ο γάμος διαλυόταν. Γι’ αυτό, άλλωστε, σύμφωνα με τα ρεπορτάζ, για την εργασία της πληρωνόταν με 1 δολάριο το χρόνο, ενώ τα ρούχα και τα αξεσουάρ μεγάλων οίκων μόδας ανέρχονταν σε 500.000 δολάρια ετησίως.
Τον Φεβρουάριο του 1990 το εξώφυλλο του περιοδικού «People» τιτλοφορείτο «Τραμπ εναντίον Τραμπ: Μια έκρηξη δισεκατομμυρίων», φιλοξενώντας πολυσέλιδο ρεπορτάζ για το διαζύγιο – έληξε και νομικά το 1992. Στη βιογραφία της «Raising Trump» το 2017 έγραψε πως ήξερε ότι ο γάμος της ήταν καταδικασμένος όταν ήρθε αντιμέτωπη το 1989 με τη Μάρλα Μαπλς κατά τη διάρκεια χριστουγεννιάτικων διακοπών στο Ασπεν.
Εξω από ένα εστιατόριο, μπροστά στα μάτια των περαστικών (σύμφωνα με το «Aspen Times»), η Μάρλα της αποκάλυψε τον έρωτά της για τον Ντόναλντ. «Είπα “άντε χάσου”. Τον αγαπώ τον άνδρα μου», έγραψε. Λίγες εβδομάδες αργότερα, η σκανδαλοθηρική «New York Post» κυκλοφόρησε με πρωτοσέλιδο άρθρο με δήλωση που «χρεώθηκε» στη Μαπλς: «Το καλύτερο σεξ που είχα ποτέ».
Η δικαστική μάχη που ακολούθησε ήταν ανηλεής, ωστόσο η Ιβάνα εξασφάλισε από το διακανονισμό 14 εκατομμύρια δολάρια, το σπίτι στο Γκρίνουιτς, την επιμέλεια των παιδιών τους και διατροφή που έφτανε τα 600.000 δολάρια το χρόνο. «Τα εύσημα για την ανατροφή τόσο υπέροχων παιδιών ανήκουν σε εμένα. […] Οταν τελείωσαν το κολέγιο είπα στον πρώην σύζυγό μου: Ορίστε το τελικό προϊόν. Τώρα είναι η σειρά σου», γράφει στο βιβλίο της.
ΤΙ ΕΙΧΕ ΠΕΙ ΜΕΤΑ ΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ
«Να αποδεχθεί την ήττα του από τον Τζο Μπάιντεν»
Οι σχέσεις του Ντόναλντ και της Ιβάνα βελτιώθηκαν μετά το διαζύγιο, ωστόσο η ίδια ήταν αιχμηρή όταν ο Τραμπ έχασε τις εκλογές τον Νοέμβριο του 2020, καλώντας τον να συμβιβαστεί με την έκβαση του αποτελέσματος. «Να αποδεχθεί την ήττα του από τον Τζο Μπάιντεν στις προεδρικές εκλογές και να συνεχίσει τη ζωή του. Δεν ξέρει να χάνει, δεν του αρέσει να χάνει, έτσι σκοπεύει να παλέψει και να παλέψει», είχε δηλώσει ακόμη η Ιβάνα για τον πρώην σύζυγό της.
Πιθανώς, η «πάλη» αυτή οδήγησε στην εισβολή οπαδών του στον Καπιτώλιο, για την οποία διενεργείται αυτές τις ημέρες ειδική εξεταστική επιτροπή στη Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ. Τα στοιχεία και οι καταθέσεις κρίνονται ιδιαιτέρως επιβαρυντικά για τον τέως πρόεδρο, ο οποίος ακόμη δεν έχει ανακοινώσει αν θα θέσει εκ νέου υποψηφιότητα.